Λόγος εἰς τὴν Κυριακή τοῦ Ἀσώτου

aswtosyiosΜὲ ἕναν πολὺ σοφὸ τρόπο ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς προετοιμάζει γιὰ νὰ μποῦμε στὸ στάδιο τῆς νηστείας καὶ τῆς μετανοίας. Τὴν Κυριακή τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου μᾶς διδάσκει πὼς πρέπει νὰ προσευχόμαστε. Τὴν Κυριακὴ τοῦ ἀσώτου μᾶς φανερώνει τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν σημασία τῆς μετάνοιας γιὰ τὴν σωτηρία μας. Τὴν Κυριακή τῆς Ἀπόκρεώ μας παρουσιάζει τὰ γεγονότα τὰ ὁποία θὰ συμβοῦν κατὰ τὴν Φοβερὰ Κρίση. Καί, τέλος, τὴν τελευταία Κυριακὴ πρὶν ἀρχίσει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τὴν Κυριακή τῆς Τυρινῆς, μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ πραγματικὸ νόημα τῆς νηστείας, προτρέποντάς μας νὰ συγχωρήσουμε ὅλους.

Ἀκούσατε σήμερα μία ἀπὸ τὶς σπουδαιότερες παραβολὲς τοῦ Χριστοῦ. Λέω ἀκούσατε ἀλλὰ δὲν ξέρω ἂν πραγματικὰ τὴν ἀκούσατε. Βλέπω ὅτι πολλοὶ ἀπό σας ἔχουν μία πολὺ κακὴ συνήθεια νὰ ἔρχονται στὴν ἐκκλησία ἀργά. Μερικοὶ ἔρχονται στὴ Θεία Λειτουργία, μετὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Εἶναι μία πάρα πολὺ κακὴ συνήθεια καὶ δὲν ξέρω πὼς νὰ τὴν ξεριζώσουμε. Μερικοί, λοιπόν, δὲν ἄκουσαν τὸ Εὐαγγέλιο, οἱ ὑπόλοιποι ἂν καὶ ἄκουσαν ἴσως δὲν τὸ κατάλαβαν ἢ ἐπειδὴ δὲν γνωρίζουν καλὰ τὴν σλαβικὴ γλῶσσα ἢ ἐπειδὴ μιλοῦσαν μεταξὺ τοὺς τὴν ὥρα ποὺ διαβαζόταν τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔπρεπε ὅμως νὰ τὸ ἀκούσετε μὲ προσοχὴ γιὰ νὰ ἀποτυπωθεῖ βαθιὰ στὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά σας καὶ νὰ κατανοήσετε πλήρως τὸ νόημα τῆς περικοπῆς. Ἐπαναλαμβάνω λοιπὸν τὸ ἀπόσπασμα ποὺ διαβάστηκε σήμερα, ὄχι ὅμως ὅλο ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ κομμάτια τὰ ὁποῖα θὰ ἑρμηνεύσουμε στὴ συνέχεια.

«Ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς, καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως…

Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου…»

Ἀλλά ὁ πατέρας του δέν τόν ἄκουσε. Εἶπε ἀμέσως στούς δούλους του: «Ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι» (Λουκ. 15, 11-24).

Πραγματικὰ πλουσιότατο εἶναι τὸ περιεχόμενο αὐτῆς τῆς παραβολῆς καὶ πολλὰ θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε. Τὸ μόνο ποὺ θὰ ἤθελα νὰ τονίσω εἶναι ὅτι ἐδῶ ὁ πατέρας τοῦ ἀσώτου υἱοῦ ἀπεικονίζει τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ ὅλη ἡ παραβολή μας περιγράφει τὴν ἄπειρη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους ποὺ μετανοοῦν. Σήμερα θέλω νὰ σταθῶ μόνο σὲ κάποια συγκεκριμένα σημεῖα καὶ φράσεις αὐτῆς τῆς παραβολῆς. Ἕνας λόγος ποὺ θὰ ἤθελα νὰ ἑρμηνεύσω εἶναι ὁ ἑξῆς:

«εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν». Καί στή συνέχεια θά δοῦμε τί σημαίνουν τά λόγια τοῦ πατέρα: «οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη».

Τί σημαίνει λοιπὸν«εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν». Γνωρίζουμε ὅτι συνέρχεται κάποιος μετὰ τὴν λιποθυμία, ὅταν ἐπανακτᾶ τὶς αἰσθήσεις του. Ὁ υἱὸς ὅμως αὐτὸς εἶχε χάσει τὶς αἰσθήσεις του; Ὄχι, βρισκόταν στὴν κανονική του κατάσταση, σωματικὰ ἦταν ὑγιής. Καὶ ὅμως ὁ Χριστὸς λέει γι’ αὐτὸν ὅτι συνῆλθε. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἦταν ἐκτὸς ἐαυτοῦ καὶ ἔπρεπε νὰ ξαναβρεῖ τὸν ἑαυτό του. Καὶ γιατί ἦταν ἐκτὸς ἐαυτοῦ; Γιατί τὸ πνεῦμα του δὲν ἦταν αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ εἶναι, τὸ ἀκέραιο ἀνθρώπινο πνεῦμα. Γιατί καὶ σωματικὰ καὶ πνευματικὰ παρομοιάστηκε μὲ τοὺς χοίρους. Δὲν ἦταν ὅπως πρέπει νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἔχει ὑψηλὸ προορισμό.

Ζοῦσε στὴν ἁμαρτία, ἦταν δηλαδὴ πνευματικὰ ἀνάπηρος. Κυλοῦσε στὴν ἀσωτία καὶ τὴ μέθη. Αὐτὴ εἶναι κανονικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου; Ὄχι, αὐτὴ εἶναι κτηνώδης κατάσταση ποὺ ταιριάζει στὰ ζῷα καὶ ὄχι στὸν ἄνθρωπο. Ἡ κανονικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἄλλη. Ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου – χριστιανοῦ πρέπει νὰ εἶναι ἐντελῶς διαφορετική. Δὲν πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ τὰ κτηνώδη πάθη του καὶ νὰ ζεῖ ἄσκοπη ζωὴ μέσα στὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ εἶναι σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πρέπει νὰ εἶναι φορέας τῶν καρπῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ τὰ ὁποία ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος μιλάει στὴν Πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή του. «Ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος» (Γαλ. 5, 22-23). Αὐτοὶ ἐκπλήρωσαν τὸ νόμο γινώμενοι ναοὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὴ εἶναι κανονικὴ κατάσταση τοῦ χριστιανοῦ.

Ἂν ἡ ζωή του δὲν συμφωνεῖ μ’ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος καὶ δὲν ἔχει τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τότε αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶναι ἄρρωστος καὶ πρέπει νὰ ἐπανέλθει στὴν κανονική του κατάσταση, νὰ ξαναβρεῖ τὸν ἑαυτό του. Πρέπει νὰ σταματήσει στὴν πορεία του, νὰ σταθεῖ λίγο, νὰ σκύψει τὸ κεφάλι του καὶ νὰ ἀναρωτηθεῖ: σωστὴ εἶναι ἡ ζωή μου, μήπως ἡ ὁδὸς ποῦ ἀκολουθῶ δὲν εἶναι τῆς ζωῆς ἀλλὰ τοῦ θανάτου;

Καλὰ ἂν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος θὰ κόψει τὴν πορεία τῆς ἁμαρτωλῆς του ζωῆς καὶ θὰ σκεφτεῖ τὸ καλό του. Αὐτό, ὅμως, εἶναι πάρα πολὺ σπάνιο φαινόμενο. Συνήθως τὸν σταματάει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος τὸν ἀγαπᾶ καὶ τὸν σπλαχνίζεται, διότι δὲν θέλει τὸν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Καὶ τὸν ἄσωτο υἱὸ τὸν σταμάτησε ὁ Θεός, ἀφοῦ γιὰ τὸ καλό του, τὸν στέρησε τῆς τροφῆς καὶ τὸν ἀνάγκασε νὰ ζῆ μὲ τοὺς χοίρους.

Ὄχι μόνο αὐτὸν σταμάτησε ὁ Θεός, σταματάει καὶ ὅλους μας διότι, σχεδὸν ὅλοι ἐμεῖς, ζοῦμε χωρὶς νὰ σκεφτόμαστε τὸ πραγματικὸ νόημα τῆς ζωῆς μας. Τὴν σπαταλᾶμε ἀνώφελα, σκεφτόμενοι μόνο γήινα καὶ παροδικά, τὰ ὁποία δὲν ἔχουν πραγματικὴ ἀξία. Μᾶς σταματάει ὁ Θεὸς μὲ πολλοὺς τρόπους: μᾶς παίρνει τὴν ἐργασία καὶ τὴν ἀπασχόληση, τὴν ὁποία ἔχουμε συνηθίσει, μᾶς στερεῖ τὰ ἀγαθά, μᾶς στέλνει συμφορὲς καὶ μᾶς ταπεινώνει μέσῳ ἄλλων ἀνθρώπων.

Ἐμεῖς ἂς δεχόμαστε τὶς νουθεσίες αὐτὲς μὲ προθυμία καὶ νὰ μὴν ρωτᾶμε, ὅπως συχνὰ ρωτᾶνε οἱ ἄνθρωποι, γιατί μὲ τιμωρεῖ ὁ Θεός; Δὲν τιμωρεῖ ὁ Θεὸς ἀλλὰ νουθετεῖ, πρέπει νὰ τὸ καταλάβουμε. Γι’ αὐτὸ νὰ μὴν γογγύζουμε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ἄς σταματήσουμε, ἄς ἀκούσουμε προσεκτικὰ τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς συνειδήσεώς μας καὶ τότε θὰ καταλάβουμε καὶ θὰ εὐχαριστήσουμε τὸν Θεὸ πού μας σταμάτησε καὶ ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ θανάτου, ποὺ ἀκολουθούσαμε, μᾶς ὁδήγησε στὴν ὁδὸ τῆς ζωῆς.

Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ καὶ στὴν ἱστορία καὶ σταματάει ὁλόκληρους λαούς. Ὅταν, γιὰ παράδειγμα, ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ ἄφησε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ἄρχισε νὰ προσκυνᾶ τὰ εἴδωλα καὶ δὲν ἄκουσε τοὺς προφῆτες του, τότε ὁ Θεὸς τὸν παρέδωσε στὰ χέρια τοῦ βασιλιὰ τῆς Βαβυλῶνας καὶ ὁδηγήθηκε στὴν βαβυλώνια αἰχμαλωσία. Καὶ παρέμεινε αἰχμάλωτος ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ γιὰ 70 χρόνια. Ὅταν, ὅμως, συνῆλθαν οἱ Ἑβραῖοι τότε τοὺς ἐλευθέρωσε ὁ Κύριος καὶ τοὺς ἔφερε πίσω στὴν πατρίδα τους.

Αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ θυμόμαστε. Ὅλοι μας πρέπει νὰ συνέλθουμε, διότι πάρα πολλοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχασαν τὸ δρόμο καὶ ζοῦνε μέσα σὲ ἁμαρτωλὲς ψευδαισθήσεις, ἐκτὸς ἑαυτῶν, γογγύζοντας κατὰ τοῦ Θεοῦ.

Ἃς δοῦμε τώρα τί σημαίνει ὁ λόγος ποὺ εἶπε ὁ πατέρας, ὅταν, μὲ μεγάλη χαρά, πῆρε στὶς ἀγκάλες τοῦ τὸν ἄσωτο υἱό του καὶ πὼς θὰ ἐξηγήσουμε τὴν ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε ὁ πατέρας στὸν πρεσβύτερο υἱό του, ὁ ὁποῖος διαμαρτυρήθηκε ὅταν ἔμαθε ὅτι ὁ πατέρας τοῦ ἔσφαξε μοσχάρι καὶ ἔκανε γιορτὴ γιὰ τὸν ἄσωτο. Ἡ ἀπάντηση τοῦ πατέρα ἦταν ἡ ἑξῆς: «εὐφρανθῆναι, δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη» (Λουκ. 15, 32).

Γιατί ὁ πατέρας εἶπε ὅτι ὁ μικρότερος γιὸς του ἦταν νεκρός; Ἀφοῦ ἦταν ζωντανός, περπατοῦσε καὶ μιλοῦσε, φαινόταν δηλαδὴ πὼς ἦταν ζωντανός. Καὶ ἦταν ζωντανός, σωματικὰ ζωντανός, ἐνῷ τὸ πνεῦμα τοῦ ἦταν νεκρό. Καὶ μεταξύ μας δὲν εἶναι λίγοι οἱ ἄνθρωποι, στοὺς ὁποίους ταιριάζουν αὐτὰ τὰ λόγια, γιὰ τοὺς ὁποίους θὰ ἔπρεπε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι νεκροί. Ἔτσι χάνονται καὶ ὅσα ἀπὸ τὰ λογικὰ πρόβατα ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Κύριος, ὅμως, βρίσκει αὐτὰ τὰ πρόβατα καὶ τὰ ἐπαναφέρει στὴν πνευματικὴ ζωή.

Τί σημαίνει ὁ πνευματικὸς θάνατος; Τί εἶναι ἡ ζωὴ καὶ τί εἶναι ὁ θάνατος καὶ ποῦ βρίσκεται ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς; Τὴν ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτὸ δίνει ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός: «ἐγώ εἰμὶ ἡ Ἀνάστασις καί ἡ ζωή» (Ἰω. 11, 25). Καὶ ὁ μεγάλος ἀπόστολός του Ἰωάννης ὁ Θεολόγος μαρτυρεῖ τὸ ἴδιο λέγοντας, ὅτι «ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων»  (Ἰω. 1, 4). Ὁ Χριστὸς λοιπὸν εἶναι ἡ ζωή, μόνο ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ζωή, εἶναι πνευματικὴ ζωή, ἡ μόνη ποὺ ταιριάζει στὸν λογικὸ ἄνθρωπο. Μόνο στὸν Χριστὸ βρίσκεται αὐτὴ ἡ ζωὴ καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ. Αὐτὸς ποὺ δὲν παίρνει ἀπὸ τὸν Χριστὸ αὐτὴ τὴν ζωὴ ἢ ἀφοῦ τὴν παίρνει δὲν φροντίζει γιὰ τὴν προκοπὴ τοῦ σ’ αὐτὴ καὶ λησμονεῖ τὸν Χριστό, αὐτὸς γίνεται πνευματικὰ νεκρός. Καὶ δὲν εἶναι λίγοι μεταξὺ τῶν χριστιανῶν αὐτοὶ ποὺ εἶναι πνευματικὰ νεκροί.

Μὴν νομίζετε ὅτι ὅλοι ἐμεῖς ἐδῶ εἴμαστε ζωντανοί. Καὶ μεταξύ μας ὑπάρχουν νεκροί. Τὴν ὑψηλότερη θέση στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία κατέχουν οἱ ἐπίσκοποι, τοὺς ὁποίους ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου καλεῖ ἀγγέλους. Οἱ ἄγγελοι τῶν Ἐκκλησιῶν τοποθετοῦνται πιὸ πάνω ἀπὸ τὸ λογικὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Ἀκοῦστε λοιπὸν τί λέει ὁ Κύριος στὸν ἀπόστολο: «Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σάρδεσιν ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ ἔχων τὰ ἑπτὰ πνεύματα τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἑπτὰ ἀστέρας· οἶδα σου τὰ ἔργα, ὅτι ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῇς, καὶ νεκρὸς εἶ» (Ἀποκαλ. 3, 1). Ὁ ἄγγελος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νεκρὸς – τρομερὸ πρᾶγμα!

Νεκρὸς μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴν ἀνώτατη πνευματικὴ ἐξουσία, δηλαδὴ ὁ ἐπίσκοπος, νεκρὸς μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ὁ ἱερέας καὶ ὁ διάκονος. Ἀλλὰ οἱ περισσότεροι πνευματικὰ νεκροὶ ὑπάρχουν μεταξὺ τοῦ λαοῦ. Εἴμαστε νεκροὶ ὅταν ζοῦμε χωρὶς τὸν Χριστὸ καὶ καταπατᾶμε τὸ νόμο του. Εἴμαστε νεκροὶ ἂν δὲν ἐφαρμόζουμε στὴ ζωή μας τὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου! «ὥσπερ γὰρ παρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ ἀκαθαρσίᾳ καὶ τῇ ἀνομίᾳ εἰς τὴν ἀνομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν»  (Ρωμ. 6, 19).

Πῶς ὑποδουλώνουμε τὰ μέλη μας σὲ ἀκαθαρσία; Νομίζω καταλαβαίνετε πώς. Γνωρίζετε ὅτι μὲ τὰ μέλη τοῦ σώματος, τὰ ὁποία ὁ ἄνθρωπος τὰ σκεπάζει πιὸ πολὺ ἀπὸ τὰ ἄλλα, καὶ ἁμαρτάνει πιὸ πολύ, βεβηλώνοντας τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γνωρίζουμε ἀρκετοὺς ἀνθρώπους τὰ πόδια τῶν ὁποίων τρέχουν στὰ ἔργα τῆς ἀνομίας καὶ τὸ χέρι τοὺς πάντα εἶναι ἁπλωμένο στὴν τσέπη τοῦ πλησίον του. Αὐτοὶ ὑποδούλωσαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια τους σὲ ἀκαθαρσία.

Ἃς σκεφτεῖ τώρα ὁ καθένας τὸν ἑαυτό του. Μήπως καὶ ἐμεῖς ὑποδουλώνουμε τὸ πιὸ εὐκίνητο μέλος τοῦ σώματός μας, τὴ γλῶσσα μας, σὲ ἀκαθαρσία; Πόση ἀκαθαρσία βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα μας: βρισιές, αἰσχρολογίες, ψευδομαρτυρίες καὶ διάφορα λόγια μὲ τὰ ὁποῖα ἀτιμοῦμε τὸν πλησίον μας. Καταλαβαίνετε τώρα ὅτι στὴν πραγματικότητα ὑποδουλώνουμε τὴ γλῶσσα μας σὲ ἀκαθαρσία; Ἃς τὸ σκεφτοῦμε ὅλοι, ἃς διορθώσουμε τὴ ζωή μας, ἐναρμονίζοντας τὴν πρὸς αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος: «παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν».

Τὰ χέρια μας, ποὺ κάνουν τόσες ἀνομίες καὶ τὰ πόδια μας, ποὺ τρέχουν στὴν ὁδὸ τῆς ἀδικίας, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀνομίας, νὰ τὰ ὁδηγήσουμε σὲ μία ἄλλη ὁδό, στὴν ὁδὸ τῆς ἀγαθότητας. Νὰ συγκρατοῦμε τὴ γλῶσσα μας, ἀναγκάζοντας τὴν, ἀντὶ νὰ καταριέται, νὰ λέει εὐχὲς καὶ εὐλογίες καὶ ἀντὶ νὰ λέει διάφορες κακίες νὰ προφέρει μόνο αὐτὸ ποὺ ὠφελεῖ τοὺς ἀδελφούς μας. Τότε αὐτὸ θὰ σημαίνει ὅτι ἐφαρμόζουμε στὴ ζωή μας τὸν παραπάνω λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Καὶ ὄχι μόνο αὐτὸ ἀλλὰ καὶ ἕναν ἄλλο πολὺ ὡραῖο, ἐπίσης δικό του.

«Ἀποθέσθαι ὑμᾶς κατὰ τὴν προτέραν ἀναστροφὴν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον τὸν φθειρόμενον κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης, ἀνανεοῦσθαι δὲ τῷ πνεύματι τοῦ νοὸς ὑμῶν καὶ ἐνδύσασθαι τὸν καινὸν ἄνθρωπον τὸν κατὰ Θεὸν κτισθέντα ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ὁσιότητι τῆς ἀληθείας» (Ἔφ. 4, 22-24). Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ὁ σκοπός μας: νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν νέο ἄνθρωπο, τὸν δημιουργηθέντα κατὰ Θεὸ πρὸς ἀληθινὴ δικαιοσύνη καὶ ἀγαθότητα. Ἂν πραγματοποιοῦμε αὐτὸ στὴ ζωή μας κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι εἴμαστε νεκροὶ ἢ ὅτι χάσαμε τὸν προσανατολισμό μας.

Νὰ πορευόμαστε σωστά, νὰ μὴν χάνουμε τὸ δρόμο μας. Νὰ εἶναι ἡ ζωή μας τέτοια ὥστε νὰ ἀποπνέει ὄχι τὴν δυσοσμία τοῦ πνευματικοῦ θανάτου ἀλλὰ τὴν εὐωδία τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ, τὸν Κύριο καὶ Θεό μας, στὸν Ὁποῖο πρέπει δόξα μετὰ τοῦ Ἀνάρχου Αὐτοῦ Πατρὸς καὶ Παναγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι καὶ Ὁμιλίες Τόμος Α΄, ἐκδόσεις Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη, 2014


Εκτύπωση   Email