Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος «Περί τῶν Ἱερατικῶν Κλήσεων».
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Ἡ Μητέρα μας Ἐκκλησία ὅρισε σήμερα, ἀκριβῶς στό κέντρο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, νά προτίθεται ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός πρός ἀναψυχή καί ὑποστηριγμό μας καί εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθώς διαβάσαμε στόν ἱερό Συναξαριστή. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό ὑμνογράφο τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εὐφραίνεται καί ἀγάλλεται γιατί ὡς ἄλλος Παράδεισος προσκυνεῖ «τό ζωηφόρον ξύλον τοῦ Σταυροῦ», ὁ Ὁποῖος ἀποτελεῖ τό περιτείχισμα καί τό ἑδραίωμά Της.
Ὑψώνεται ἱεροπρεπῶς καί προτίθεται εἰς προσκύνησιν ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός τοῦ Κυρίου ἀπό τίς χοϊκές παλάμες τῶν οἰκονόμων τῆς Χάριτος, τῶν Ἱερέων τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελῶντας γι’ αὐτούς «κράτος καί ὀχύρωμα», «καύχημα καί διάσωσμα». Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει θεσπίσει τήν τιμή καί τήν προβολή τῶν Ἱερατικῶν Κλήσεων κατά τήν σημερινή Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Γιά νά τονίσει μέ αὐτόν τόν τρόπο τό γεγονός ὅτι διά τῆς σταυροφόρου Ἱερωσύνης καί τῶν τελουμένων ὑπ’ αὐτῆς διά τῆς σημείωσης τοῦ τύπου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Μυστηρίων καί ἁγιαστικῶν πράξεων οἱ πιστοί ἁγιάζονται καί χαριτώνονται, ἀλλά καί βοηθοῦνται νά σηκώσουν τόν δικό τους προσωπικό σταυρό.
Στήν δεύτερη εὐχή τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας βρίσκεται ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα «γιατί χρειάζεται ἡ Ἱερωσύνη»: Ἐπειδή δέν δύναται ἡ ἀνθρώπινη φύση νά ἀντέξει τήν οὐσία τῆς Θεότητος, κατέστησε ὁ Θεός ὁμοιοπαθεῖς διδασκάλους πού ἐπέχουν τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς σκοπό νά ἀναφέρουν θυσίες καί προσφορές στόν Θεό ὑπέρ παντός τοῦ λαοῦ καί ὡς οἰκονόμοι τῆς Χάριτος νά καταρτίζουν τίς ἐμπιστευθεῖσες σέ αὐτούς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις.
Ὁ Ἱερεύς χειροτονεῖται γιά νά ὑπηρετεῖ καί νά λειτουργεῖ τά σεπτά καί ἄχραντα Μυστήρια τοῦ Θεοῦ στό ἅγιο Αὐτοῦ Θυσιαστήριο καί νά ἀναπέμπει στόν Θεό ὅλα τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα τοῦ λαοῦ, τόν ὁποῖο τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία. Νά κηρύσσει τό Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας καί νά ἱερουργεῖ τόν λόγο τῆς ἀληθείας τοῦ Θεοῦ, νά Τοῦ προσφέρει δῶρα καί θυσίες πνευματικές καί νά ἀνακαινίζει τόν λαό Του διά τοῦ λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας.
Τήν συνείδηση ὅτι οἱ κληρικοί χειροτονοῦνται γιά νά διακονήσουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, μέσῳ τῆς διδαχῆς καί τῆς τέλεσης τῶν Μυστηρίων, εἶχε ἡ Ἐκκλησία ἤδη ἀπό τά πρῶτα βήματά Της. Στό ἀρχαῖο κείμενο Διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων καλοῦνται οἱ πιστοί νά τιμοῦν τόν Ἐπίσκοπό τους διότι μέσῳ αὐτοῦ ὁ Κύριος τούς χορηγεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί σφραγίζονται, διότι ἐκεῖνος τούς ἀπαλλάσσει ἀπό τίς ἁμαρτίες τους, τούς ἀναγεννᾶ διά τοῦ ὕδατος, τούς ἀνατρέφει μέ τόν λόγο, τούς μορφώνει μέ τά δόγματα καί τούς νουθετεῖ, τούς κάνει κοινωνούς τῆς Εὐχαριστίας τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμους τῶν ὑποσχέσεών Του[1].
Προβάλλονται λοιπόν σήμερα ἀπό τήν Ἐκκλησία μας οἱ Ἱερατικές Κλήσεις, οὕτως ὥστε οἱ πιστοί νά ἀναλογισθοῦν τήν στάση τους ἀπέναντι στήν Ἱερωσύνη καί τούς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι τούς Τροφοδοτοῦν καί τούς Αἱμοδοτοῦν πνευματικά καί οὐσιαστικά διά τῆς διδαχῆς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τῆς τέλεσης τῶν Μυστηρίων, ἀλλά καί τούς βοηθοῦν στήν ἄρση τοῦ προσωπικοῦ σταυροῦ τους.
Μέ ἀφορμή ὅμως αὐτόν τόν ἑορτασμό, καλοῦνται καί οἱ ἴδιοι οἱ Ἱερεῖς ὅπως καί οἱ ὑποψήφιοι Κληρικοί νά ἀναλογισθοῦν τό τί σημαίνει Ἱερωσύνη καί πόση ὑπευθυνότητα ἀπαιτεῖ ἡ ἱερατική διακονία. Νά ἀναλογισθοῦν ὅτι, ὅταν ὁ Θεός εὐδοκεῖ καί ἐνδύονται τήν τῆς Ἱερωσύνης Χάριν, αὐτό γίνεται μέ ἀποκλειστικό σκοπό ὅλοι μας νά διακονήσουμε ταπεινά τόν λαό τοῦ Θεοῦ πού ὁ Ἴδιος μᾶς ἐμπιστεύεται, προσφέροντας τήν Θεία Εὐχαριστία «ὑπέρ τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων καί τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων» σταυρώνοντας καθημερινά τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας καί ἀποφεύγοντας τίς παγίδες τοῦ Πονηροῦ. Ἔτσι διαφυλάσσουμε τήν Παρακαταθήκη πού θά λάβουμε τήν ἡμέρα τῆς χειροτονίας μας γιά νά τήν παραδώσουμε, ὅταν μᾶς ζητηθεῖ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ἱερωσύνη δέν μᾶς ἀνήκει. Εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς τήν προσφέρει ὡς ἔργον διακονίας «εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ»[2], πάντοτε σέ ἀναφορά πρός Ἐκεῖνον καί τούς ἀδελφούς μέ τούς ὁποίους συν-ἐργαζόμεθα γιά τήν αὔξηση τοῦ Σώματος Αὐτοῦ. Γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά τήν δεχόμαστε καί νά τήν διακονοῦμε ταπεινά, ὄχι μέ ἀτομικό, ἀλλά μέ ἐκκλησιαστικό φρόνημα, καί ὄχι μέ ἀτομική, ἀλλά μέ ἐκκλησιαστική συνείδηση. Ἔτσι δέν θά κινδυνεύσουμε νά γίνουμε ἕρμαια τῆς ἔπαρσης καί τῆς ἀλαζονείας, πού ὁδηγοῦν δυστυχῶς σέ φαινόμενα αὐτονόμησης ἀπό τό ὑπόλοιπο Σῶμα, ἀπληστίας, ἀμετροέπειας καί πτώσης σέ παντοειδῆ ἀνομήματα.
Γνωρίζοντας τούς κινδύνους αὐτούς, ἀλλά καί τόν σφοδρό πόλεμο τοῦ διαβόλου ἐναντίον τῆς Ἱερωσύνης, ὁ Μέγας Βασίλειος φροντίζει ἀρκετές φορές στήν Θεία Λειτουργία πού συνέγραψε νά ἐμπνεύσει αὐτό τό ταπεινό φρόνημα στούς Ἱερεῖς, ὑπενθυμίζοντάς τους ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ἐκεῖνος πού τούς δημιούργησε καί τούς ἔφερε σέ αὐτήν τήν ζωή, Ἐκεῖνος πού τούς ἐπισκέφθηκε «ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς» καί ὅτι οἱ ἴδιοι εἶναι ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί καί ἀνάξιοι, οἱ ὁποῖοι καταξιώθηκαν νά λειτουργοῦν στό Θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἐξαιτίας τῶν ἀρετῶν τους ἤ γιατί ἐπιδόθηκαν σέ κάποιες καλές πράξεις, ἀλλά «διά τά ἐλέη καί τούς οἰκτιρμούς» Του, ἀφοῦ Ἐκεῖνος, μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τούς τοποθέτησε σέ αὐτήν τήν διακονία.
Παιδιά μας εὐλογημένα,
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος γιά τήν σωτηρία μας, φανέρωσε τήν ἁγία Ἐκκλησία Του πρός τόν σκοπό τῆς μεταδόσεως τῆς σωτηρίας στόν κάθε ἕναν ἀπό τούς πιστούς διά τῆς διδασκαλίας, τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς καθοδηγήσεως αὐτῶν διά τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερωσύνης. Γι’ αὐτό σᾶς προτρέπουμε καί σᾶς παρακαλοῦμε νά προσεύχεσθε καθημερινά στόν Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα Κύριό μας νά ἐνισχύει τόν ἱερό Κλῆρο Του καί νά δίδει στήν Ἐκκλησία Του Ἱερεῖς μέ ἐπίγνωση τῆς εὐθύνης τους, οἱ ὁποῖοι θά ἀνεβαίνουν «ἐν καρδίᾳ συντετριμμένῃ καί πνεύματι ταπεινώσεως» τίς κλίμακες τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καί θά προσφέρουν γιά χάρη ὅλων «δεήσεις καί ἱκεσίας καί θυσίας ἀναιμάκτους», «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».
Σᾶς εὐχόμαστε πατρικά καλό ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς!
† Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
† Ὁ Ζιχνῶν καί Νευροκοπίου Ἱερόθεος
† Ὁ Ἐλευθερουπόλεως Χρυσόστομος
† Ὁ Σερβίων καί Κοζάνης Παῦλος
† Ὁ Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμος
† Ὁ Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως Βαρνάβας
† Ὁ Χίου, Ψαρῶν καί Οἰνουσσῶν Μᾶρκος
† Ὁ Σταγῶν καί Μετεώρων Θεόκλητος
† Ὁ Μάνης Χρυσόστομος
† Ὁ Φθιώτιδος Συμεών
† Ὁ Λαρίσης καί Τυρνάβου Ἱερώνυμος
† Ὁ Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας Ἱερώνυμος
† Ὁ Περιστερίου Γρηγόριος
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Ὠρεῶν Φιλόθεος
[1] Ἀνωνύμου, «Διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων» ΙΧ, 93, 19-27 καί 94, 2-14.
[2] Ἐφεσ. 4,12.
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή
Ἔφθασε καιρὸς, ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχὴ, ἡ κατὰ τῶν δαιμόνων νίκη, ἡ πάνοπλος ἐγκράτεια, ἡ τῶν Ἀγγέλων εὐπρέπεια, ἡ πρὸς Θεὸν παρρησία˙ δι΄αὐτῆς γὰρ Μωϋσῆς, γενόμενος τῷ Κτίστῃ συνόμιλος, καὶ φωνὴν ἀοράτων, ἐν ταῖς ἀκοαῖς ὑπεδέξατο, Κύριε, δι΄αὐτῆς ἀξίωσον καὶ ἡμᾶς, προσκυνῆσαί σου τὰ Πάθη καὶ τὴν ἁγίαν Ἀνάστασιν, ὡς φιλάνθρωπος.
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Δευτέρα τῆς Α΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν (Καθαρὰ Δευτέρα–Καθαρὰ Ἑβδομὰς) καὶ τελειώνει τὴν Παρασκευὴ τῆς ΣΤ΄ Ἑβδομάδος (πρὸ τῶν Βαΐων). Τὰ τροπάρια αὐτῆς τῆς τελευταίας μέρας στὸ «Τριώδιο», φανερώνουν «τὴν πλήρωσιν τῆς ψυχοφελοῦς Τεσσαρακοστῆς» καὶ τὴν ἀναμονὴ τῆς «ἁγίας ἑβδομάδας τοῦ Πάθους». Εἶναι περίοδος νηστείας, προσευχῆς, ἐγκράτειας, περισυλλογῆς ποῦ μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ὀνομάζεται Τεσσαρακοστὴ γιατί θεσμοθετήθηκε κατὰ μίμηση τῆς σαραντάμερης νηστείας τοῦ Κυρίου μας (Ματθ. δ΄, 2), ὡς καὶ τῶν σαραντάμερων νηστειῶν τῶν Προφητῶν Μωϋσέως ( Ἐξοδ. λδ΄, 28) καὶ Ἡλιοῦ (Γ΄ Βασ. ιθ΄ 8). Ἐπίσης λέγεται Μεγάλη γιὰ νὰ ξεχωρίζει ἀπὸ τὴ νηστεία τῶν Χριστουγέννων.
Ἡ νηστεία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀνάγεται ἤδη στοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους καί μαζὶ μὲ τὴ νηστεία τῆς Τετάρτης καὶ τῆς Παρασκευῆς, εἶναι οἱ ἀρχαιότερες καὶ μόνες νηστεῖες, ποῦ ἐπικυρώθηκαν μὲ Κανόνες Οἰκουμενικῆς Συνόδου (ξθ΄ Ἁγ. Ἀποστ., ε΄ τῆς Α΄, β΄, κθ΄ καὶ πθ΄ τῆς ΣΤ΄). Εἶναι αὐστηρή, ἄνευ καταλύσεως «οἴνου καὶ ἐλαίου». Λάδι καὶ κρασὶ καταλύουμε μόνο τὰ Σάββατα καὶ τὶς Κυριακὲς.
Ψάρι καταλύουμε κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τὰ ἀπογεύματα, τελεῖται ἡ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Ἀποδείπνου, ποῦ περιέχει ψαλμούς, τροπάρια καὶ εὐχές. Γνωστὸ εἶναι τὸ τροπάριο «Κύριε τῶν Δυνάμεων».
Κάθε Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆ τελεῖται Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. Ὀνομάζεται ἔτσι γιατί τὰ Τίμια Δῶρα, ὁ Ἄρτος καὶ ὁ Οἴνος ἔχουν προαγιαστεῖ κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς πού προηγήθηκε καὶ εἶναι πιὰ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, τὰ ὁποία προσφέρονται πρὸς μετάληψη. Κάθε Παρασκευὴ ψάλλεται ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος πρὸς τὴν Παναγία. Ψάλλονται κάθε φορά ἕξι οἶκοι καὶ τὴ πέμπτη Παρασκευὴ ὅλοι μαζί.
Α΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Λέγεται Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, γιατί γιορτάζουμε τὴν ἀναστήλωση τῶν ἁγίων Εἰκόνων καὶ τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως κατὰ τῆς φοβερῆς αἱρέσεως τῶν Εἰκονομάχων, τῶν αἱρετικῶν δηλαδὴ ἐκείνων ποὺ δὲν ἐδέχοντο νὰ τιμοῦν τὶς ἅγιες Εἰκόνες. Τὸ «Ὡρολόγιο» τῆς Ἐκκλησίας γράφει: Γιὰ ἑκατὸ καὶ πλέον χρόνια διαταράχθηκε ἡ Ἐκκλησία μὲ διωγμοὺς ἀπὸ κακοδόξους εἰκονομάχους. Πρῶτος ὑπῆρξε ὁ αὐτοκράτορας Λέων ὁ Ἴσαυρος καὶ τελευταῖος ὁ Θεόφιλος, ἄνδρας τῆς ἁγίας Θεοδώρας, ἡ ὁποία μετὰ τὸ θάνατο τοῦ συζύγου τῆς ἀνέλαβε τὴν ἐξουσία καὶ στερέωσε πάλι τὴν Ὀρθοδοξία μαζὶ μὲ τὸν Πατριάρχη Μεθόδιο. Ἡ Βασίλισσα Θεοδώρα διακήρυξε δημόσια ὅτι ἀσπαζόμεθα τὶς Εἰκόνες, ὄχι λατρευτικά, οὔτε ὡς Θεούς, ἀλλὰ ὡς εἰκόνες τῶν ἀρχετύπων. Τὴν πρώτη Κυριακὴ τῶν νηστειῶν τὸ ἔτος 843, ἡ Θεοδώρα μαζὶ μὲ τὸ γιὸ της αὐτοκράτωρα Μιχαήλ, λιτάνευσαν καὶ ἀνεστήλωσαν τὶς ἅγιες εἰκόνες μαζὶ μὲ τὸν κλῆρο καὶ τὸ λαό. Ἀπὸ τότε ἑορτάζουμε κάθε χρόνο τὴν ἀνάμνηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος γιατί καθωρίσθηκε ὁριστικὰ ὅτι δὲν λατρεύουμε τὶς Εἰκόνες, ἀλλὰ τιμοῦμε καὶ δοξάζουμε ὅλους τούς Ἁγίους ποὺ εἰκονίζουν καὶ λατρεύουμε μόνο τὸν ἐν Τριάδι Θεό. Τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ κανένα ἄλλο εἴτε Ἅγιο εἴτε Ἄγγελο.