Ἅ­γι­ος Νι­κό­λα­ος Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος Μύ­ρων τῆς Λυ­κί­ας, ὁ Θαυ­μα­τουρ­γὸς

Ὁ Νικόλαος, πρέσβυς ὢν ἐν γῇ μέγας,
Καὶ γῆς ἀποστὰς εἰς τὸ πρεσβεύειν ζέει.
Ἕκτῃ Νικόλεώ γε φάνη βιότοιο τελευτή.

180px-Nicholas the Wonderworker 1   Ὁ Ἅ­γι­ος Νι­κό­λα­ος γεν­νή­θη­κε τὸν 3ο αἰ­ώ­να μ.Χ. στὰ Πά­τα­ρα τῆς Λυ­κί­ας, ἀ­πὸ γο­νεῖς εὐ­σε­βεῖς καὶ πλου­σί­ους καὶ ἔ­δρα­σε τὴν ἐ­πο­χὴ τῶν αὐ­το­κρα­τό­ρων Δι­ο­κλη­τι­α­νοῦ (284 - 304 μ.Χ.), Μα­ξι­μι­α­νοὺ (286 - 305 μ.Χ.) καὶ Με­γά­λου Κων­σταν­τί­νου.

  Σὲ νε­α­ρὴ ἡ­λι­κί­α ἔ­μει­νε ὀρ­φα­νὸς καὶ κλη­ρο­νό­μος μί­ας με­γά­λης πε­ρι­ου­σί­ας. Ἀλ­λὰ ὁ Νι­κό­λα­ος, ἐμ­πνε­ό­με­νος ἀ­πὸ φι­λάν­θρω­πα συ­ναι­σθή­μα­τα, δι­έ­θε­τε τὴν πε­ρι­ου­σί­α του γιὰ νὰ ἀ­να­κου­φί­ζει ἄ­πο­ρα, ὀρ­φα­νά, φτω­χούς, χῆ­ρες, στε­νο­χω­ρη­μέ­νους οἰ­κο­γε­νει­άρ­χες. Ἕ­νας μά­λι­στα, θὰ δι­έ­φθει­ρε τὶς τρεῖς κό­ρες του, προ­κει­μέ­νου νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­σει χρή­μα­τα. Ὅ­ταν τὸ ἔ­μα­θε αὐ­τὸ ὁ Νι­κό­λα­ος, μυ­στι­κὰ σὲ τρεῖς νύ­κτες ἐ­ξα­σφά­λι­σε τὴν προί­κα τῶν τρι­ῶν κο­ρι­τσιῶν, ἀ­φή­νον­τας 100 χρυ­σὰ φλου­ριὰ στὴν κά­θε μί­α. Ἔ­τσι, οἱ τρεῖς κό­ρες ἀ­πο­κα­τα­στά­θη­καν καὶ γλί­τω­σαν ἀ­πὸ βέ­βαι­η δι­α­φθο­ρά.

  Στὴν συ­νέ­χει­α ἀ­φι­ε­ρώ­θη­κε στὸν ἀ­σκη­τι­κὸ βί­ο, λό­γω ὅ­μως τῆς ξε­χω­ρι­στῆς ἀ­ρε­τῆς τοῦ τι­μή­θη­κε, χω­ρὶς νὰ τὸ ἐ­πι­δι­ώ­ξει, ἀρ­χι­κὰ μὲ τὸ ἀ­ξί­ω­μα τοῦ Ἱ­ε­ρέ­α στὰ Πά­τα­ρα καὶ συ­νέ­χει­α μὲ τὸ ἀ­ξί­ω­μα τοῦ ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που Μύ­ρων. Ἀ­πὸ τὴ θέ­ση αὐ­τὴ κα­θο­δη­γοῦ­σε μὲ ἀ­γά­πη τὸ ποί­μνι­ό του καὶ ὁ­μο­λο­γοῦ­σε μὲ παρ­ρη­σί­α τὴν ἀ­λή­θει­α. Γιὰ τὸ λό­γο αὐ­τὸ συ­νε­λή­φθη ἀ­πὸ τοὺς το­πι­κοὺς ἄρ­χον­τες καὶ ρί­χτη­κε στὴ φυ­λα­κή.

 Ὅ­ταν ὅ­μως ἀ­νῆλ­θε στὸν αὐ­το­κρα­το­ρι­κὸ θρό­νο ὁ Μέ­γας Κων­σταν­τῖ­νος ἐ­λευ­θε­ρώ­θη­καν ὅ­λοι οἱ χρι­στια­νοὶ καὶ ἔ­τσι ὁ Νι­κό­λα­ος ἐ­πα­νῆλ­θε στὸ ἀρ­χι­ε­πι­σκο­πι­κὸ θρό­νο. Μά­λι­στα ἔ­λα­βε μέ­ρος στὴν Ἃ’ Οἰ­κου­με­νι­κὴ Σύ­νο­δο, ὅ­που ξε­χώ­ρι­σε γιὰ τὴ σο­φί­α καὶ τὴν ἠ­θι­κή του τε­λει­ό­τη­τα.

 Ὁ Ἅ­γι­ος Νι­κό­λα­ος ἦ­ταν προι­κι­σμέ­νος καὶ μὲ τὸ χά­ρι­σμα τῆς θαυ­μα­τουρ­γί­ας μὲ τὸ ὁ­ποῖ­ο ἔ­σω­σε πολ­λοὺς ἀν­θρώ­πους καὶ ὅ­σο ἦ­ταν ἐν ζω­ὴ ἀλ­λὰ καὶ με­τὰ τὴν κοί­μη­σή του τὸ 330 μ.Χ. Γιὰ πα­ρά­δειγ­μα ὅ­ταν κά­πο­τε κιν­δύ­νευ­σε κά­ποιος στὴ θά­λασ­σα - λό­γω σφο­δρῶν ἀ­νέ­μων - καὶ ἐ­πι­κα­λέ­στη­κε τὸ ὄ­νο­μα τοῦ ἁ­γί­ου σώ­θη­κε καὶ μά­λι­στα ἐ­νῶ βρι­σκό­ταν στὴ μέ­ση του πε­λά­γους βρέ­θη­κε ἀ­βλα­βὴς στὸ σπί­τι του. Τὸ θαῦ­μα ἔ­γι­νε ἀ­μέ­σως γνω­στὸ στὴν Πό­λη καὶ ὁ λα­ὸς προ­σῆλ­θε ἀ­μέ­σως σὲ λι­τα­νεί­α καὶ ἀ­γρυ­πνί­α προ­κει­μέ­νου νὰ τι­μή­σει τὸ θαυ­μα­τουρ­γὸ Ἅ­γι­ο.

Πε­ρὶ τῶν Ἱ­ε­ρῶν Λει­ψά­νων τοῦ Ἁ­γί­ου

   Ὁ τά­φος τοῦ Ἁ­γί­ου Νι­κο­λά­ου στὴ Βα­σι­λι­κή του Μπά­ρι, ἀ­νοί­χθη­κε ἀ­ναγ­κα­στι­κὰ τὸ 1953 μ.Χ., κα­τὰ τὴν δι­άρ­κει­α ἀ­να­στη­λω­τι­κῶν ἐρ­γα­σι­ῶν, τὴν νύ­κτα τῆς 5ης πρὸς 6ης Μα­ΐ­ου. Γιὰ τὸν σκο­πὸ αὐ­τὸ συγ­κρο­τή­θη­κε ἐ­πι­τρο­πὴ ἀ­πὸ τὸν Πά­πα, μὲ Πρό­ε­δρο τὸν τό­τε Ρω­μαι­ο­κα­θο­λι­κὸ Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πο τοῦ Μπά­ρι Ἐρ­ρί­κο Νι­κό­δη­μο, στὴν ὁ­ποί­α ἀ­να­τέ­θη­κε ἡ κα­νο­νι­κὴ ἀ­να­γνώ­ρι­ση τῶν λει­ψά­νων τοῦ τά­φου. Πα­ράλ­λη­λα ὁ ἀ­να­γνω­ρι­στι­κὸς ἔ­λεγ­χος καὶ ἡ κα­τα­μέ­τρη­ση τῶν ὀ­στῶν ἀ­να­τέ­θη­κε στὸν Κα­θη­γη­τὴ τῆς Ἀ­να­το­μί­ας στὸ Πα­νε­πι­στή­μι­ο τοῦ Μπά­ρι Λου­ΐ­τζι Μαρ­τί­νο καὶ τὸν βο­η­θὸ τοῦ Για­τρὸ Ἀλ­φρέν­το Ρουγ­γί­ε­ρι.

Τὰ Λεί­ψα­να μέ­σα στὴ λάρ­να­κα ἔ­πλε­αν σὲ ἕ­να δι­αυ­γές, ἄ­χρω­μο καὶ ἄ­ο­σμο ὑ­γρό, τὸ ὁ­ποῖ­ο εἶ­χε βά­θος τρί­α πε­ρί­που ἑ­κα­το­στά. Ἡ ἐ­ξέ­τα­ση τοῦ ὑ­γροῦ αὐ­τοῦ ἀ­πὸ τὰ Ἰν­στι­τοῦ­τα Χη­μεί­ας καὶ Ὑ­γι­ει­νῆς του Πα­νε­πι­στη­μί­ου τοῦ Μπά­ρι ἀ­πέ­δει­ξε, ὅ­τι ἐ­πρό­κει­το γιὰ κα­θα­ρὸ νε­ρό, ἐ­λεύ­θε­ρο ἀ­πὸ ἅ­λα­τα καὶ στεῖ­ρο ἀ­πὸ μι­κρο­ορ­γα­νι­σμούς! Ἡ ἔ­ρευ­να ἀ­πέ­δει­ξε, ὅ­τι τὸ ὑ­γρὸ αὐ­τὸ προ­ήρ­χε­το ἀ­πὸ τὶς μυ­ε­λο­κυ­ψέ­λες τῶν σπογ­γω­δῶν ὀ­στέ­ων!

 Ἡ τρί­τη ἱ­στο­ρι­κὰ ἀ­να­κο­μι­δὴ ἔ­γι­νε τὴν νύ­κτα τῆς 7ης πρὸς 8ης Μα­ΐ­ου 1957 μ.Χ., μὲ σκο­πὸ νέ­α ἀ­να­γνώ­ρι­ση, κα­τα­μέ­τρη­ση, ἀ­να­το­μι­κὴ καὶ ἀν­θρω­πο­λο­γι­κὴ με­λέ­τη, πρὶν τὴν ὁ­ρι­στι­κὴ κα­τά­θε­ση στὴν λάρ­να­κα, με­τὰ τὸ πέ­ρας τῶν ἀ­να­στη­λω­τι­κῶν ἐρ­γα­σι­ῶν. Στὴν ἰ­α­τρι­κὴ ὁ­μά­δα συμ­με­τεῖ­χε τὴν φο­ρὰ αὐ­τὴ καὶ ὁ Για­τρὸς Λου­ΐ­τζι Βε­νέ­ζι­α. Τὰ ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα τῆς ἀν­θρω­πο­λο­γι­κῆς ἐ­ξε­τά­σε­ως τῶν Ἱ­ε­ρῶν Λει­ψά­νων ὑ­πῆρ­ξαν ἐν­τυ­πω­σι­α­κά. Δι­α­πι­στώ­θη­κε, ὅ­τι ἀ­νῆ­καν σὲ ἕ­να καὶ τὸ αὐ­τὸ ἄ­το­μο καὶ μά­λι­στα σὲ ἄν­δρα ποὺ εἶ­χε ὕ­ψος 1.67 πε­ρί­που, τρε­φό­ταν κυ­ρί­ως μὲ φυ­τι­κὰ προ­ϊ­όν­τα καὶ πέ­θα­νε σὲ ἡ­λι­κί­α με­γα­λύ­τε­ρη τῶν 70 ἐ­τῶν. Τὸ ἄ­το­μο αὐ­τὸ ἀ­νῆ­κε στὴν λευ­κὴ Ἰν­δο­ευ­ρω­πα­ϊ­κὴ φυ­λή.

 Ἡ κα­τά­στα­ση ὁ­ρι­σμέ­νων ὀ­στῶν ἔ­δει­ξε ἀ­κό­μη, ὅ­τι τὸ ἄ­το­μο στὸ ὁ­ποῖ­ο ἀ­νῆ­καν, πρέ­πει νὰ εἶ­χε ὑ­πο­φέ­ρει πο­λὺ κά­τω ἀ­πὸ ἰ­δι­αί­τε­ρα δυ­σμε­νεῖς συν­θῆ­κες δι­α­βί­ω­σης, ποὺ τοῦ ἄ­φη­σαν ση­μά­δια στὴν ὑ­πό­λοι­πη ζω­ή του. Ἡ ἀγ­κυ­λω­τι­κὴ σπον­δυ­λο­α­θρί­τι­δα καὶ ἡ δι­ά­χυ­τη ἐν­δο­κρα­νι­α­κὴ ὑ­πε­ρό­στω­ση, πρέ­πει νὰ κλη­ρο­νο­μή­θη­καν ἀ­πὸ κά­ποια ὑ­γρὴ φυ­λα­κή, ὅ­που πέ­ρα­σε ἀρ­κε­τὰ χρό­νι­α της ζω­ῆς του καὶ μά­λι­στα σὲ προ­χω­ρη­μέ­νη ἡ­λι­κί­α.

 Ἡ ἰ­χνο­γρα­φι­κὴ ἀ­νά­πλα­ση τοῦ προ­σώ­που, μὲ τὴν μέ­θο­δο τῆς ὑ­περ­σκε­λε­τι­κῆς ἀ­να­πλά­σε­ως τῶν μα­λα­κῶν με­ρῶν τῆς κε­φα­λῆς, ἀ­πέ­δω­σε ἐ­πί­σης θε­α­μα­τι­κὰ ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα. Τὰ σχε­τι­κὰ ἰ­χνο­γρα­φή­μα­τα ποὺ δη­μο­σί­ευ­σε ὁ Κα­θη­γη­τὴς Μαρ­τί­νο, βρί­σκον­ται σὲ συμ­φω­νί­α μὲ τὶς πα­λαι­ό­τε­ρες ἀ­πει­κο­νί­σεις τοῦ Ἁ­γί­ου, ἐ­κεί­νη τῆς Ἁ­γί­ας Μα­ρί­ας τῆς Πρώ­της (στὴ Ρώ­μη, 8ος ἢ 9ος αἰ­ώ­νας μ.Χ.) καὶ αὐ­τὴ τοῦ Πα­ρεκ­κλη­σί­ου τοῦ Ἁ­γί­ου Ἰ­σι­δώ­ρου, στὸν Να­ὸ τοῦ Ἁ­γί­ου Μάρ­κου (στὴ Βε­νε­τί­α, ψη­φι­δω­τό του 12ου αἰ­ώ­να μ.Χ.).

Δη­λα­δή, μὲ τὶς ἐ­ξε­τά­σεις τῶν Λει­ψά­νων τοῦ Ἁ­γί­ου Νι­κο­λά­ου, πι­στο­ποι­ή­θη­κε ἡ γνη­σι­ό­τη­τά τους, ἀ­πο­δεί­χθη­κε ἐ­πι­στη­μο­νι­κὰ ἡ μυ­ρο­βλυ­σί­α του καὶ ἐ­πί­σης ὅ­τι ἡ πά­ρο­δος τοῦ χρό­νου δὲν ἄμ­βλυ­νε τὴν μνή­μη τῶν βα­σι­κῶν χα­ρα­κτη­ρι­στι­κῶν της μορ­φῆς του, ὅ­πως τὰ δι­έ­σω­σε ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη εἰ­κο­νο­γρα­φι­κὴ πα­ρά­δο­ση (πρό­σω­πο ἀ­σκη­τι­κό, εὐ­γε­νι­κό, μὲ ἁρ­μο­νι­κὲς ἀ­να­λο­γί­ες, ὑ­ψη­λὸ καὶ πλα­τὺ μέ­τω­πο, με­γά­λα μά­τια - ἐ­λα­φρὰ βα­θου­λω­τὰ - ἔν­το­να ζυ­γω­μα­τι­κά, φα­λά­κρα).

πολυτίκιον
χος δ.
Κανόνα πίστεως καὶ εκόνα πραότητοςγκρατείας Διδάσκαλοννέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σουἡ τν πραγμάτων λήθεια·διὰ τοτο κτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ψηλάτῇ πτωχεί

τὰ πλούσιαΠάτερ εράρχα Νικόλαεπρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεσωθναι τς ψυχς μν.

Κοντάκιον
χοςγ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

 Ἐν τος Μύροις γιεερουργς νεδείχθης·τοῦ Χριστοῦ γρσιετὸ Εαγγέλιον πληρώσαςθηκας τν ψυχήν σου πρ λαοῦ σουσωσας τοςθώους κ τοῦ θανάτου·

  διὰ τοτο γιάσθηςς μέγας μύστης Θεοῦ τς χάριτος.


Εκτύπωση   Email