Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου


                                                                    τοῦ †Ἰωάννου Φουντούλη, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου


hta ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἑορτάζει στὶς 15 Αὐγούστου ὁ χριστιανικὸς κόσμος, εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἀπὸ τὶς ἑορτὲς ποὺ καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία πρὸς τιμὴν τῆς Μητρὸς τοῦ Κυρίου, τὶς θεομητορικὲς ἑορτές. Ἴσως εἶναι καὶ ἡ παλαιοτέρα ἀπὸ ὅλες. Τὶς πρῶτες μαρτυρίες ἔχομε γί αὐτὴν κατὰ τὸν Ἐ' αἰώνα, γύρω στὴν ἐποχὴ ποὺ συνεκλήθη ἡ Γ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τῆς Ἐφέσου (451), ποὺ καθόρισε τὸ θεομητορικὸ δόγμα καὶ ἔγινε αἰτία νὰ ἀναπτυχθεῖ ἡ τιμὴ στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου.Γιὰ πρώτη φορὰ φαίνεται ὅτι συνεστήθη στὰ Ἱεροσόλυμα τὴν 13 Αὐγούστου καὶ λίγο ἀργότερα μετετέθη στὶς 15 τοῦ ἰδίου μηνός. Εἶχε δὲ γενικότερα θεομητορικὸ χαρακτήρα, χωρὶς εἰδικὴ ἀναφορὰ στὸ γεγονὸς τῆς Κοιμήσεως. Ὀνομάζετο «ἡμέρα τῆς Θεοτόκου Μαρίας». Κέντρο τοῦ πανηγυρισμοῦ ἀναφέρεται στὴν ἀρχὴ ἕνα «Κάθισμα», ναὸς ἔπ’ ὀνόματί της, ποὺ εὐρίσκετο ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὸ τρίτο μίλιο τῆς ὁδοῦ ποὺ ὁδηγοῦσε στὴν Βηθλεέμ. Ἡ σύνδεση τῆς ἑορτῆς αὐτῆς πρὸς τὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ἔγινε στὸν περίφημο ναὸ τῆς Παναγίας ποὺ βρισκόταν στὴν Γεσθημανή, τὸ «εὐκτήριο τοῦ Μαυρικίου», ὅπου ὑπῆρχε καὶ ὁ τάφος της. Αὐτὸς ὁ Ναὸς πολὺ σύντομα πῆρε τὸν χαρακτήρα τοῦ μεγαλυτέρου θεομητορικοῦ προσκυνήματος καὶ ἡ ἀκτινοβολία τοῦ ἔγινε αἰτία ἡ πανήγυρίς του κατὰ τὴν 15η Αὐγούστου γρήγορα νὰ διαδοθεῖ σ’ὁλόκληρο τὸν χριστιανικὸ κόσμο καὶ κατὰ τὸν ΣΤ' μὲ Ζ' αἰώνα νὰ ἐπικρατήσει σὲ ἀνατολὴ καὶ δύση σὰν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως, τῆς Θεοτόκου. Ἀργότερα ἐξήρθη ἡ ἑορτὴ μὲ τὴν προπαρασκευαστικὴ νηστεία καὶ τὴν παράταση τὸ ἑορτασμοῦ μέχρι τῆς 23ης ἢ καὶ μέχρι τέλους τοῦ Αὐγούστου καὶ ἔγινε ὄχι μόνο ἡ μεγαλυτέρα θεομητορικὴ ἑορτή, ἀλλὰ καὶ μία ἀπὸ τὶς σπουδαιότερες ἑορτὲς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Αὐτὸ βέβαια ἦταν φυσικὸ νὰ γίνει, γιατί ἡ Θεοτόκος εἶναι τὸ προσφιλέστερο καὶ ἱερότερο πρόσωπο μετὰ τὸν Κύριο καὶ γί’ αὐτὸ συνεκέντρωσε τὴν τιμὴ καὶ τὴν εὐλάβεια ὅλων τῶν χριστιανικῶν γενεῶν.Ἀναρίθμητοι Ναοὶ καὶ Μονὲς ἔχουν κτισθεῖ πρὸς τιμὴν τῆς Κοιμήσεώς της, θαυμάσιες τοιχογραφίες παριστάνουν σὲ κάθε Ναὸ πίσω ἀπὸ τὴν κεντρικὴ εἴσοδο σὲ ἐκπληκτικὲς συνθέσεις τὴν ἱερά της κηδεία, ὕμνοι ἐκλεκτοὶ ἔχουν διακοσμήσει τὴν ἀκολουθία της καὶ λόγοι λαμπροὶ καὶ ἐγκώμια ἐκφωνήθηκαν ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ νεωτέρους κληρικούς ἄνδρες κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης της. Ὅλες οἱ ἀνθρώπινες γενεὲς συναγωνίσθηκαν στὴν προσφορὰ ὅ,τι ἐκλεκτοτέρου εἶχαν νὰ παρουσιάσουν γιὰ νὰ μακαρίσουν ἔργω καὶ λόγω τὴν Παρθένο Μαρία. «Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριούσι σὲ πᾶσαι αἱ γενεαί».
Γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ ἐορτολογικοῦ περιεχομένου τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως, ὅπως καὶ τῶν ἄλλων θεομητορικῶν ἑορτῶν, τῆς Συλλήψεως, τῆς Γεννήσεως καὶ τῶν Εἰσοδίων, πρέπει νὰ κάνουμε μία μικρὰ ἀναδρομὴ στὶς πηγές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἀντλήθηκαν τὰ θεομητορικὰ αὐτὰ θέματα. Διαφορετικὰ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἑρμηνεύσει κανεὶς ὅτι συνδέεται μὲ τὸν ἑορτασμὸ αὐτόν, τὰ συναξάρια, τὴν ὑμνογραφία καὶ τὴν εἰκονογραφία τῶν. Οἱ αὐθεντικὲς ἱστορικὲς πηγές, τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὰ ἄλλα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, δὲν μᾶς διέσωσαν πληροφορίες γιὰ τὸ εὐαγγελισμοῦ καὶ γιὰ τὸν μετὰ τὴν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου βίου τῆς Θεοτόκου. Πρόθεση τῶν Ἱερῶν συγγραφέων ἦταν νὰ ἀφηγηθοῦν τὸν βίο καὶ τὸ σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅτι ἄμεσα συνεδέετο μὲ αὐτὸν καὶ ὄχι νὰ ἱκανοποιήσουν τὴν εὐλαβῆ περιέργεια ἢ τὰ ἱστορικὰ ἐνδιαφέροντα τῶν ἀναγνωστῶν τῶν. Ἡ παράδοση ὅμως τῆς Ἐκκλησίας διέσωσε ἀπὸ στόματος εἰς στόμα διάφορες πληροφορίες ποὺ ἀφοροῦσαν στὸν βίο τῆς Θεοτόκου πρὸ συλλήψεως τοῦ Κυρίου καὶ μετὰ τὴν ἀνάστασή Του. Ἀργότερα διάφοροι εὐλαβεῖς, κατὰ τὸ πλεῖστον, συγγραφεῖς περιέλαβαν τὶς πληροφορίες αὐτὲς καὶ τὶς ἀνέπτυξαν μὲ τὴν φαντασία τῶν καὶ γιὰ νὰ ἔχουν περισσότερο κύρος ἔθεσαν στοὺς τίτλους τῶν ἔργων τῶν μεγάλα ἀποστολικὰ ὀνόματα. Ἡ Ἐκκλησία ἀπέρριψε καὶ κατεδίκασε τὰ βιβλία αὐτὰ καὶ τὰ ὀνόμασε «Ἀπόκρυφα» καὶ «Ψευδεπίγραφα». Σὲ μεταγενεστέρα ἐποχὴ πολλὲς ἀπὸ τὶς διηγήσεις αὐτές, τουλάχιστον στὶς βασικὲς τῶν γραμμές, ἔδωσαν θέματα στὴν διαμόρφωση ἑορτῶν, στὴν σύναξη συναξαρίων, στὴν ποίηση ὕμνων καὶ στὴν εἰκονογραφία. Ἐξ ἄλλου καθὼς εἴπαμε, ὁ πυρὴν τῶν διηγήσεων αὐτῶν εἶχε ὡς βάση τοῦ παμπάλαιες ἱστορικὲς παραδόσεις γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς Θεομήτορος. Εἰδικὰ τὸ γεγονὸς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἀφηγεῖται, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, καὶ μία ἀπόκρυφος διήγησις, ποὺ φέρεται ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ἠγαπημένου μαθητοῦ τοῦ Κυρίου, τοῦ Ἰωάννου. Μία περίληψη τοῦ ἐκτενοῦς αὐτοῦ κειμένου θὰ παρουσιάσομε ἐδῶ. Σὲ κάθε σημεῖο ὁ ἀναγνώστης τοῦ θυμᾶται ἀντίστοιχες φράσεις ἀπὸ τοὺς ὕμνους καὶ τὸ συναξάριο τῆς ἑορτῆς καὶ λεπτομέρειες ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως, ποὺ ἐφιλοτέχνησαν βυζαντινοὶ ζωγράφοι: Ἡ Παναγία μετὰ τὴν ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ καθημερινῶς πήγαινε στὸ ζωοδόχο μνῆμα καὶ προσεύχεται. Μία Παρασκευὴ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ παρουσιάζεται μπροστά της καὶ τὴν χαιρετᾶ: «Χαῖρε, ἡ γεννήσασα Χριστὸν τὸν Θεὸν ἠμῶν. Ὁ Κύριος ἄκουσε τὴν προσευχή σου καὶ θὰ πορευθεῖς εἰς τὴν ζωὴν τὴν ἀληθινὴν καὶ ἀδιάδοχον». Ἡ Θεοτόκος ἐπιστρέφει στὸν οἶκον της, θυμιᾶ καὶ προσεύχεται στὸν Χριστὸ νὰ τῆς στείλει τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς λοιποὺς Ἀποστόλους γιὰ νὰ παρασταθοῦν στὸν θάνατό της. Ἡ προσευχὴ τῆς εἰσακούεται καὶ πρῶτος φθάνει, ἁρπαγεῖς ἀπὸ νεφέλη, ὁ Ἰωάννης καὶ σὲ λίγο ἐπὶ νεφελῶν καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι οἱ διεσπαρμένοι στὰ πέρατα τοῦ κόσμου.
Τὴν Κυριακὴ ἔρχεται μὲ τὴν ἀπαστράπτουσα δόξα Του καὶ μὲ χιλιάδες ἀγγέλους ὁ Κύριος νὰ παραλάβει τὴν ψυχὴ τῆς μητρός Του. Ἐκείνη εὐλογεῖ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τὸν κόσμο, δέεται γιὰ τὴν σωτηρία ὅλων καὶ ἀφοῦ λαμβάνει τὴν ὑπόσχεση ὅτι «πάσα ψυχὴ ἐπικαλούμενη τὸ ὄνομά της οὐ μὴ καταισχυνθῆ, ἄλλ’ εὔρη ἔλεος καὶ παράκλησιν καὶ ἀντόληψιν καὶ παρρησίαν καὶ ἐν τῷ νῦν αἰώνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι», παραδίδει τὴν ἁγία της ψυχὴ στὰ χέρια τοῦ Υἱοῦ της. Οἱ Ἀπόστολοι περιπτύσσονται τὸ σκῆνος καὶ ψάλλοντες, μεταφέρουν τὴν κλίνη μὲ τὸ σῶμα γιὰ ταφῆ. Ἕνας Ἑβραῖος ὀνόματι Ἰεφωνίας ὁρμᾶ καὶ ἐπιχειρεῖ «κατὰ τῆς κλίνης», ἄλλ’ ἄγγελος Κυρίου μὲ «ξίφος πυρὸς» ἀποκόπτει τὰ χέρια του ἀπὸ τῶν ὤμων, ποὺ μένουν κρεμασμένα στὴν κλίνη. Αὐτὸς μετανοεῖ καὶ κολλῶνται καὶ πάλι τὰ χέρια του, ἐνῶ οἱ Ἀπόστολοι ἀνενόχλητοι συνεχίζουν τὴν ἐκφορά. Τὸ σκῆνος θάπτεται σὲ καινὸ μνημεῖο στὴν Γεσθημανή, τὴν Τρίτη ὅμως ἡμέρα «μετετέθη… ἐν Παραδείσω».