Περὶ ἁγνείας

 

(Διὰ τὴν ἄφθαρτον ἁγνείαν καὶ σωφροσύνην, τὴν ὁποία κατακτοῦν φθαρτοὶ ἄνθρωποι διὰ καμάτων καὶ ἱδρώτων)

        klimaka ton areton  Ἁγνεία σημαίνει ἀπόκτησις τῆς ἀσωμάτου φύσεως. Ἁγνεία σημαίνει ζηλευτὸς οἶκος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπίγειος οὐρανὸς τῆς καρδίας. Ἁγνεία σημαίνει ὑπερφυσικὴ ἀπάρνησις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, μία ἀληθινὰ παράδοξη ἅμιλλα σώματος θνητοῦ καὶ φθαρτοῦ πρὸς τοὺς ἀσωμάτους ἀγγέλους. Ἁγνὸς εἶναι ἐκεῖνος πού μὲ τὸν ἕνα ἔρωτα ἀπέκρουσε τὸν ἄλλο ἔρωτα, καὶ ἔσβησε τὰ ὑλικὸ μὲ τὸ ἄϋλο πῦρ.

Σωφροσύνη σημαίνει γενικὴ ὀνομασία ὅλων τῶν ἀρετῶν. Σώφρων εἶναι ἐκεῖνος πού καὶ κατὰ τὸν ὕπνο δέν αἰσθάνεται καμμία σαρκικὴ κίνησι ἢ ἀλλοίωσι τῆς καταστάσεώς του. Σώφρων εἶναι ἐκεῖνος πού ἀπέκτησε τελεία ἀναισθησία ὡς πρὸς τὴν διαφορὰ τοῦ φύλου. Αὐτὸς εἶναι ὁ κανὼν καὶ ὁ ὅρος τῆς τελείας καὶ πανάγνου ἁγνείας, τὸ να συμπεριφέρεται κανεὶς παρόμοια καὶ πρὸς τὰ ἔμψυχα καὶ πρὸς τὰ ἄψυχα σώματα, καὶ πρὸς τὰ λογικὰ καὶ πρὸς τὰ ἄλογα.

 Κανείς ἀπὸ ὅσους ἤσκησαν τὴν ἁγνεία ἂς μὴ θεωρεῖ δικὸ του κατόρθωμα τὴν ἀπόκτηση της. Διότι τὸ νά νικήσει κανεὶς τὴν φύσι του εἶναι ἀπὸ τὰ ἀνέλπιστα. Ὅπου πραγματοποιήθηκε ἧττα τῆς φύσεως, ἐκεῖ φανερώθηκε ἡ παρουσία τοῦ ὑπερφυσικοῦ. Διότι χωρὶς καμμία ἀντιλογία τὸ κατώτερο καταργεῖται ἀπὸ τὸ ἀνώτερο. Ἡ ἀρχὴ τῆς ἁγνείας εἶναι ἡ μὴ συγκατάθεσις στούς σαρκικοὺς λογισμούς, καθὼς καὶ οἱ ἀραιὲς καθ΄ ὕπνον ῥεύσεις χωρὶς αἰσχρὰ ὄνειρα. Τὸ μέσον τῆς ἁγνείας εἶναι ἡ παρουσία φυσικῶν κινήσεων στήν σάρκα, μόνο ἐξ αἰτίας πολυφαγίας, χωρὶς εἰκόνες σαρκικὲς καὶ χωρὶς ῥεύσεις. Τὸ τέλος δὲ εἶναι ἡ νέκρωσις τοῦ σώματος, ἀφοῦ προηγουμένως ἐνεκρώθηκαν οἱ σαρκικοὶ λογισμοί.

 Μακάριος ἀληθινὰ ἐκεῖνος πού ἐμπρὸς σὲ ὁποιοδήποτε σῶμα καὶ χρῶμα καὶ ἡλικία ἀπέκτησε τελεία ἀναισθησία.

Ἁγνός δέν θεωρεῖται ἐκεῖνος πού ἐφύλαξε ἀρρύπωτο τὸ πήλινο σῶμα του, ἀλλ΄ ἐκεῖνος πού ὑπέταξε τὰ σωματικὰ μέλη στήν ψυχὴ εἶναι ὁ τελείως ἁγνός.

 Μέγας εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος στήν ἁφὴ παρέμεινε ἀπαθής. Ἀνώτερος ὅμως εἶναι ἐκεῖνος πού ἔμεινε ἄτρωτος ἀπὸ τὴν θέα, καὶ ἐνίκησε τὴν θέα τοῦ σαρκικοῦ πυρὸς μὲ τὴν σκέψι τοῦ οὐρανίου κάλλους.

  Μήν ἐμπιστευθεῖς στήν ζωή σου τὸ πήλινο σῶμα, καὶ μὴ ξεθαρρέψεις μαζὶ του, μέχρις ὅτου συναντήσεις τὸν Χριστόν.

Μήν παίρνεις θάρρος καὶ νομίζεις ὅτι λόγῳ τῆς ἐγκρατείας σου θὰ σωθεῖς ἀπὸ τὴν πτῶσι. Κάποιος χωρὶς νά τρώγη τίποτε ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανό .

            Στούς ἀρχαρίους οἱ πτώσεις κατὰ κανόνα συμβαίνουν ἀπὸ τὴν ἀπόλαυσι τῶν φαγητῶν. Στούς μεσαίους, καὶ ἀπὸ ὑπερηφάνεια, πρᾶγμα πού παρατηρεῖται βέβαια καὶ στούς ἀρχαρίους. Σ΄ ἐκείνους δέ πού πλησιάζουν πρὸς τὴν τελειότητα, ἀποκλειστικὰ ἐξ αἰτίας τῆς κατακρίσεως.

            Ἔχω ἰδεῖ μερικούς πού ἔπεσαν ἀκουσίως, καὶ ἔχω ἰδεῖ ἄλλους πού ἐπιθυμοῦσαν τὴν πτῶσι, ἀλλὰ δέν τὴν κατώρθωναν καὶ τοὺς ἐλεεινολόγησα περισσότερο ἀπὸ ἐκείνους πού ἁμαρτάνουν κάθε ἡμέρα, διότι παρὰ τὴν ἀδυναμία τους ἐπιθυμοῦσαν τὴν δυσωδία.

 Ἐλεεινός ὅποιος πέφτει. Ἐλεεινότερος ὅμως ὁποῖος παρασύρει καὶ ἄλλον στήν πτῶσι. Διότι καὶ τῶν δύο πτώσεων τὴν ἐνοχὴ καὶ τὴν ἐφάμαρτη ἡδονή, τὰ παίρνει ἐπάνω του.

Μήν προσπαθεῖς μὲ εὔλογα ἐπιχειρήματα καὶ ἀντιρρήσεις νά ἀποκρούσῃς τὸν δαίμονα τῆς πορνείας, διότι ἐκεῖνος ἔχει μὲ τὸ μέρος του τίς εὐλογοφανεῖς προφάσεις, ἀφοῦ μᾶς πολεμεῖ μὲ σύμμαχο τὴν φύσι μας.

             Φιλάνθρωπο ὀνομάζει τὸν Θεὸν ὁ ἀπάνθρωπος ἐχθρός, ὁ ἐπικεφαλῆς τῆς πορνείας, καὶ ὅτι συγχωρεῖ εὔκολα τὸ πάθος αὐτό, σὰν κάτι τὸ φυσικό. Ἂς παρατηρήσωμε δὲ τὴν δολιότητα τῶν δαιμόνων καὶ θὰ ἰδοῦμε ὅτι μετὰ τὴν διάπραξι Τὸν ὀνομάζουν δικαιοκρίτη καὶ αὐστηρό. Προηγουμένως ἐνήργησαν ἔτσι, γιά νά μᾶς σπρώξουν στήν ἁμαρτία. Τώρα διαφορετικά, γιά νά μᾶς καταποντίσουν στήν ἀπελπισία. Καὶ ὄσο διαρκεῖ ἡ λύπη καὶ ἡ ἀπελπισία, δέν μποροῦμε νά ταλανίσωμε ἢ νά κατηγορήσωμε τὸν ἑαυτὸν μας ἢ να ἐκδικηθοῦμε τὸν δαίμονα γιά τὸ ἁμάρτημα. Ὅταν ὅμως ἀφανισθεῖ ἡ ἀπελπισία, ἀκολουθεῖ πάλι ὁ τύραννός πού ὁμιλεῖ γιά τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.

 Ἡ ἁγνεία εἶναι προσοικείωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὁμοίωσις πρὸς Αὐτόν, ὄσο εἶναι δυνατὸν στόν ἄνθρωπο. Μητέρα τῆς γλυκύτητος τῶν καρπῶν εἶναι ἡ καλὴ γῆ καὶ ἡ δροσιὰ τῆς βροχῆς, καὶ μητέρα τῆς ἁγνείας ἡ ἡσυχία μαζὶ μὲ τὴν ὑπακοή.

ἀπάθεια τοῦ σώματος πού ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἡσυχία, πολλὲς φορές πού ἐπλησίασε στόν κόσμο, δέν ἔμεινε ἀσαλεύτη. Ἡ ἀπάθεια ὅμως πού ἀποκτήθηκε μὲ τὴν ὑπακοή, παρουσιάζεται παντοῦ δόκιμη καὶ ἀκράδαντη.

 Ἡ πτῶσις εἶναι λάκκος καὶ γέννημα τῆς ὑπερηφανείας. Ἡ πτῶσις ὅμως ὑπῆρξε πολλὲς φορὲς σ΄ ὅσους τὸ θέλησαν αἰτία ταπεινοφροσύνης.

Ἐκεῖνος ποὺ θέλει να νικήσει τὸν δαίμονα τῆς πορνείας μὲ τὴν γαστριμαργία καὶ τὸν χορτασμό, εἶναι ὅμοιος μ΄ ἐκεῖνον πού σβήνει τὴν πυρκαϊὰ μὲ τὸ λάδι.

 Ἐκεῖνος ποὺ προσεπάθησε νά σταματήση τοῦτον τὸν πόλεμο μόνο μὲ τὴν ἐγκράτεια, εἶναι ὅμοιος μ΄ ἐκεῖνον πού κολυμπώντας μὲ τὸ ἕνα χέρι ἀγωνίζεται νά βγεῖ ἀπὸ τὸ πέλαγος. Νά συζεύξης μὲ τὴν ἐγκράτεια τὴν ταπείνωσι, διότι χωρὶς τὴν δεύτερη, ἡ πρώτη ἀποδεικνύεται ἀνωφελής.

 «Πᾶν ἁμάρτημα, ὃ ἐὰν ποιήσει ἄνθρωπος, ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει» (Α΄ Κορ. ς΄ 18). Αὐτὸ ὁπωσδήποτε λέγεται, διότι μολύνουμε τὸ ἴδιο τὸ σῶμα μας, μὲ τὴν ῥεῦσι, πρᾶγμα πού εἶναι ἀδύνατον νά συμβεῖ μὲ ἄλλη ἁμαρτία. Ἐγὼ ἐρευνῶ γιά ποῖον λόγο συνηθίσαμε νά λέγωμε, προκειμένου γιά ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, μόνο ὅτι σφάλλουν οἱ ἄνθρωποι, ἐνῶ ὅταν ἀκούσωμε πώς κάποιος ἐπόρνευσε, λέγομε μὲ ὀδύνη: ὁ τάδε ἔπεσε.

            Πολλές φορὲς αὐτοί πού ῥέπουν στήν φιληδονία φαίνονται συμπαθεῖς καὶ ἐλεήμονες καὶ εὐκατάνυκτοι.Ἐκεῖνοι ὅμως πού ἀγωνίζονται ἐπιμελῶς γιά τὴν ἁγνότητα δέν παρουσιάζουν μὲ ὀμοῖο τρόπο τίς ἀρετὲς αὐτές.

 Μήν ξεγελασθεῖς, ὢ νέε! Μοῦ ἔτυχε νά ἰδῶ μερικοὺς νά προσεύχωνται ὁλόψυχα γιά πρόσωπα πού τὰ ἀγαπούσαν πολύ. Καὶ ἐνῶ τοὺς κινοῦσε τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας, ἐνόμιζαν ὅτι ἐκπληρώνουν τὸν νόμο τῆς ἀγάπης!

 Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου ἂς κοιμηθεῖ καὶ ἂς ξυπνήση μαζί σου, καθὼς ἡ μονολόγιστη εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ. Καμμία βοήθεια δέν θὰ βρεῖς στόν ὕπνο ἀνώτερη ἀπὸ αὐτά.

 Εἶδα μερικοὺς νά τρώγουν ἀπολαυστικά, καὶ νά μὴ πολεμοῦνται ἀμέσως. Καὶ εἶδα ἄλλους νά συνεσθίουν καὶ νά συναναστρέφωνται μὲ γυναῖκες, καὶ να μὴν ἔχουν ἐκείνη τὴν ὥρα κανένα πονηρὸ λογισμό. Ἔτσι ἀπατώμενοι πήραν θάρρος καὶ φάνηκαν ἀμέριμνοι. Τὴν ὥρα ὅμως πού ἐνόμισαν ὅτι εὑρίσκονται σὲ εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια, μέσα στό κελλὶ τους ἔπαθαν ξαφνικὸ ὄλεθρο. Ποῖος ἦταν ὁ ὄλεθρος; Ἐκεῖνος πού συμβαίνει σ΄ ἐμᾶς, στήν ψυχὴ καὶ στό σῶμα, ὅταν εἴμαστε ἐντελῶς μόνοι. Ὅποιος τὸν ἐδοκίμασε, ἀντιλαμβάνεται. Ὅποιος δέν τὸν ἐδοκίμασε δέν χρειάζεται νά τὸν γνωρίσει.

Δέκατο πέμπτο βραβεῖο! Ὅποιος ζῶντας μὲ τὴν σάρκα τὸ κατέκτησε, ἀπέθανε καὶ ἀνεστήθη καὶ ἐγνώρισε ἤδη ἀπὸ ἐδῶ τὸ προοίμιο τῆς μελλοντικῆς ἀφθαρσίας.

   

                                                                            Ἱερά Μονή Παρακλήτου