Ἑρμηνεία τῆς εἰκόνας τῆς Γεννήσῃς τοῦ Κυρίου

 

xristougennaΤὸ πνευματικὸ μεγαλεῖο, τὸ μυστικὸ βάθος καὶ τὸ αἰσθητικὸ κάλλος τῆς Ὀρθοδόξου τέχνης συνεργοῦν στή μετοχὴ τοῦ πιστοῦ στό καλοάγγελτο γεγονὸς τῆς ἐνανθρώπισης. Μέσα στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ὁ πιστὸς ζεῖ τὸ μυστήριο τῆς σαρκώσεως μὲ τίς αἰσθήσεις του, ποὺ μεταμορφώνονται γιά νά γίνουν μέσα ἐπικοινωνίας μὲ τὸ ἄρρητο. Προσκυνώντας τὴν εἰκόνα τῆς Γεννησεως ανταποκρινεται στό κέλευσμα τῆς ψαλμωδίας «δεῦτε ἴδωμεν πιστοί» καὶ «βλέπει» μὲ τὰ ματία του τὴν θεολογία τῆς σαρκώσεως αἰσθανόμενος τὴν εὐφροσύνη τῆς θείας συγκαταβάσεως καὶ κενώσεως.

    Ὁ εἰκονογραφικὸς τύπος διαμορφώθηκε ἔτσι ὥστε νά συνοψίζει τή θεολογίᾳ τῆς Γεννήσεως ντύνοντάς τὴν μὲ ἄρτια αἰσθητικὴ μορφή. Ἡ παραστάσῃ ἔχει ὀργανωθεῖ ἀντιρρεαλιστικά καὶ συμβολικά συνθετοντας στοιχεῖα ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, πνευματικὰ καὶ διαχρονικά. Τὸ βουνό, τὸ σπήλαιο, ἡ φάτνη, τὰ ζῷα συνυπάρχουν μὲ τὸν χρυσὸ κάμπο πού εἶναι ὁ πνευματικὸς χῶρος τοῦ οὐρανοῦ. Ἔτσι ἡ εἰκόνα ἀμέσως παρουσιάζει τὴν σύνθεση τοῦ γηίνου καὶ τοῦ οὐρανίου, τοῦ ἀνθρώπινου καὶ τοῦ θείου.

Ἡ εἰκόνα

Τὸ μαῦρο τριγωνικὸ σπήλαιο συμβολίζει τή σκοτεινιὰ τοῦ προχριστιανικοὺ κόσμου.

Μέσα στή φάτνη βρίσκεται τὸ «Παιδίον» τυλιγμένο σὲ λευκὰ σπάργανα. Πίσῳ ἀπ’ τή φάτνῃ βρίσκονται δύο ζῷα, ἕνα βόδι κι ἕνα γαϊδουράκι. Ἡ παρουσία τους ἐκεῖ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὴν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα: «Γνωρίζει τὸ βόδι τὸν ἰδιοκτήτη του καὶ ὁ ὄνος τή φάτνη τοῦ Κυρίου του. Ὁ Ἰσραὴλ ὅμως δὲ μὲ γνωρίζει καὶ ὁ λαός μου δὲ μὲ καταλαβαίνει», (Ἡσ. 1,3).

Οἱ ἄγγελοι βρίσκονται στό πάνω μέρος τῆς εἰκόνας. Οἱ μισοί δοξολογοῦν τὸν Θεὸ καὶ οἱ ἄλλοι φέρνουν τὴν καλὴ ἀγγελία στούς ποιμένες. Ὁ ἀστέρας δείχνει τή φάτνῃ.

Στό κέντρο τῆς εἰκόνας βρίσκεται ἡ Παναγία. Εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη ἀπ’ ὅλα τὰ ἄλλα πρόσωπα γιά νά τονισθεῖ ἡ συνεισφορὰ της στή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Στό κάτω μέρος τῆς εἰκόνας ἐμφανίζεται ὁ Ἰωσήφ, σκεπτικὸς γιά ὅλα ὅσα συμβαίνουν. Διπλᾶ του, μεταμφιεσμένος μὲ τή μορφή γέροντα, ὁ Σατανᾶς προσπαθεῖ νά σπείρει ἀμφιβολία στήν ψυχὴ τοῦ δικαίου γέροντα. Ἐπιτείνει μάλιστά τίς ἀμφιβολίες τοῦ Ἰωσὴφ για τὴν παρθενία τῆς Θεοτόκου μπήγοντας στῇ γῆ τὸ ῥαβδὶ του καὶ ὑπαινισσόμενος ὅτι ὄσο εἶναι δυνατὸν τὸ ξερὸ ῥαβδὶ νά βλαστήσει, ἄλλο τόσο ἡ Παναγία εἶναι δυνατὸν νά εἶναι Παρθένος. Ὅμως τὸ ῥαβδὶ πετάει φύλλα!

Τέλος, ὁ Ἰωσὴφ ζωγραφίζεται στην ἄκρη τῆς εἰκόνας κι ὄχι μαζὶ μὲ τὴν Παναγία καὶ τὸ Χριστὸ γιατὶ δέν εἶναι πατέρας, ἀλλὰ μόνο προστάτης τῆς οἰκογένειας.

Ἑρμηνεία τῆς εἰκόνας

ΦΑΤΝΗ: Βρίσκεται στό κέντρο τῆς εἰκόνας μέσα σὲ ἔνα μαῦρο τριγωνικὸ σπήλαιο πού φανερώνει τή σκοτεινιὰ τοῦ προχριστιανικοῦ κόσμου, μέσα στόν ὁποῖο λάμπει τὸ Θεῖο Βρέφος. Πίσῳ ἀπὸ τή Φάτνῃ βρίσκονται δύο ζῷα ἔνα βόδι καὶ ἔνα γαϊδουράκι.

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΣ: Φεγγοβολεῖ μέσα στά λευκὰ σπάργανά Του. Ὅλοι οἱ λαοὶ Τὸν περίμεναν. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἐκτὸς ἀπ’ τὸν Ἡρῴδη, χαίρονται για τὸν ἐρχομὸ Του.

ΠΑΝΑΓΙΑ: Στο κέντρο τῆς εἰκόνας εἶναι καὶ ἡ Παναγία ξαπλωμένη. Ἡ γυναῖκα πού ἔφερε στόν κόσμο τὸν Σωτῆρα Του. Κουρασμένη ἀπὸ τή Γέννᾳ καὶ γι’ αὐτό, ξαπλωμένη. Μὲ σεβασμό, ὅμως, κοιτάζει τὸ Θεῖον Βρέφος, ποὺ γέννησε. Ἡ παρουσία της ἐκεῖ, δηλ. στό κέντρο τῆς εἰκόνας, δείχει πώς στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρίᾳ τοῦ ἀνθρώπου, βοηθᾶ καὶ τὸ ἀνθρώπινο γένος.

ΑΓΓΕΛΟΙ: Στο πάνω μέρος τῆς εἰκόνας οἱ μισοί δοξολογοῦν τὸ Θεό: «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία», καὶ οἱ ἄλλοι φέρνουν καλὰ νέα στούς ποιμένες: «Ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ»!

ΜΑΓΟΙ (δηλ. ἀστρολόγοι, βασιλιάδες καὶ ἱερεῖς): Στήν ἄλλη μεριὰ τῆς εἰκόνας εἶναι οἱ Μάγοι ἄλλοτε πεζοὶ καὶ ἄλλοτε πάνω σὲ καμῆλες κρατώντας τὰ δῶρα τους ἔρχονται ἀπ’ τὴν Ἀνατολὴ γιά νά προσκυνήσουν τὸν «νεογέννητο βασιλιὰ τῶν Ἰουδαίων». Μπροστὰ τους εἶναι τὸ Ἀστέρι,  πού στάλθηκε ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ γιά νά τοὺς ὁδηγήσει στον ἀναμενόμενο Λυτρωτή.

Ο ΓΑΪΔΑΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΟΔΙ! Τὰ ζῷα τοῦ στάβλου, ποὺ μὲ τὸ χνῶτο τους ζεσταίνουν τὸν Χριστό. Συμβολίζουν τούς Ἰουδαίους καὶ τοὺς Ἐθνικούς, ποὺ δέν εἴχαν γνωρίσει ἀκόμη τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Τὸ σκοτάδι τῆς σπηλιὰς συμβολίζει αὐτὴν τὴν ἄγνοια.

ΙΩΣΗΦ: Στο κάτω ἀριστερὸ μέρος βρίσκεται ὁ Ἰωσήφ, ὁ προστάτης τῆς Παναγίας καὶ τοῦ μικροῦ Ἰησοῦ. Ὁ «γέρος» διπλᾶ τοῦ εἶναι ὁ διάβολος πού τὸν βάζει σὲ σκέψεις γύρω ἀπὸ τὴν ἁγνότητα τῆς Μαριάμ.