Μὲ ἁπαλὸ τρόπο νά βάλουμε στό νοῦ μας τὸν Χριστὸ λέγοντας τὴν εὐχὴ

 

                                        Ὅσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

agappanol2 νοερὰ προσευχὴ γίνεται μόνο ἀπὸ ἐκεῖνον πού ἔχει ἀποσπάσει τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ. Δέν πρέπει νά γίνεται μὲ τή σκέψῃ, «νά τή μάθω, νά τὴν καταφέρω, νά τήν φθάσω», γιατὶ μπορεῖ νά ὁδηγηθοῦμε στόν ἐγωισμὸ καὶ στήν ὑπερηφάνεια. Χρειάζεται πεῖρα, λαχτάρα, ἀλλὰ καὶ συνέση, προσοχὴ καὶ φρονήσῃ, γιά νά εἶναι ἡ προσευχὴ καθαρή καὶ θεάρεστη. Ἕνας λογισμός, «εἶμαι προχωρημένος», τὰ χαλάει ὅλα. Τὶ νά ὑπερηφανευθοῦμε; Δέν ἔχομε τίποτα δικὸ μας. Αὐτὰ τὰ θέματα εἶναι λεπτά.

Νά προσεύχεσθε χωρὶς νά σχηματίζετε στό νοῦ σας εἰκόνες. Νά μὴ φαντάζεσθε τὸν Χριστό. Οἱ Πατέρες ἐτόνιζαν τὸ ἀνεικόνιστον στήν προσευχή. Μὲ τὴν εἰκόνα ὑπάρχει τὸ εὐόλισθον, διότι ἐνδέχεται στήν εἰκόνα νά παρεμβληθεῖ ἄλλη εἰκόνα. Ἐνδέχεται καὶ ὁ πονηρὸς νά κάνει παρεμβολὲς καὶ νά χάσομε τὴν χάρι.

Ἡ εὐχὴ νά γίνεται μέσα μας μὲ τὸ νοῦ καὶ ὄχι μὲ τὰ χείλη, γιά νά μὴ δημιουργεῖται διάσπαση καὶ ὁ νοῦς νά πηγαίνει ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ.

Μὲ ἔναν ἁπαλὸ τρόπο ἐμεῖς νά βάλομε στό νοῦ μας τὸν Χριστό, λέγοντας ἁπαλὰ ἁπαλά: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Νά μὴ σκέπτεσθε τίποτα, παρὰ μόνο τὰ λόγια «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Τίποτ’ ἄλλο. Τίποτα. Ἤρεμα, μὲ τὰ μάτια ἀνοικτά, γιά νά μὴν κινδυνεύετε ἀπὸ φαντασίες καὶ πλάνες, μὲ προσοχὴ καὶ ἀφοσίωση νά στρέφεσθε στόν Χριστό. Νά λέτε τὴν εὐχὴ μὲ τρόπο ἁπαλὸ καὶ ὄχι συνέχεια, ἀλλὰ ὅταν ὑπάρχει διάθεση καὶ ἀτμόσφαιρα κατανύξεως, ἡ ὁποία εἶναι δῶρο τῆς θείας χάριτος. Χωρὶς τὴν χάρι αὐτοϋπνωτίζεσαι καὶ μπορεῖ νά πέσεις σὲ φῶτα καὶ πλάνη καὶ παράκρουση.

Νά μὴ γίνεται ἡ εὐχὴ ἀγγαρία. Ἡ πίεση μπορεῖ νά φέρει μία ἀντίδραση μέσα μας, νά κάνει κακό. Ἔχουν ἀρρωστήσει πολλοὶ μὲ τὴν εὐχή, γιατὶ τὴν ἔκαναν μὲ πίεση. Κάτι γίνεται, βέβαια, κι ὅταν τὸ κάνεις ἀγγαρία, ἀλλὰ δέν εἶναι ὑγιές. Οὔτε νά χρησιμοποιεῖτε τεχνητοὺς τρόπους. Δέν χρειάζεται οὔτε μικρὸ σκαμνάκι, οὔτε σκύψιμο τῆς κεφαλῆς, οὔτε κλείσιμο τῶν ματιῶν. Δέν εἶναι ἀνάγκη νά συγκεντρωθεῖτε ἰδιαίτερα, γιά νά πεῖτε τὴν εὐχή. Δέν χρειάζεται καμία προσπάθεια, ὅταν ἔχει θεῖο ἔρωτα. Ὅπου βρίσκεσθε, σὲ σκαμνί, σὲ καρέκλα, σὲ αὐτοκίνητο, παντοῦ, στό δρόμο, στό σχολεῖο, στό γραφεῖο, στή δουλειά μπορεῖτε νά λέτε τὴν εὐχή, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἁπαλά, χωρὶς πίεση, χωρὶς σφίξιμο. Νά μὴ δένεσθε μὲ τὸν τόπο. Τὸ πᾶν εἶναι ὁ ἔρωτας στόν Χριστό. Ἄν  ἡ ψυχὴ σας ἐπαναλαμβάνει μὲ λατρεία, μὲ πόθο τίς πέντε λέξεις, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», δέν χορταίνει. Εἶναι λέξεις ἀχόρταστες! Σ’ ὅλη σας τή ζωή νά τὶς λέτε. Κρύβουν τόσους χυμούς!».