Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρύσανθος Φιλιππίδης


«Ὁ τελευταῖος Ἀργοναύτης» (1881- 28 Σεπτεμβρίου 1949) 


mhtropoliths chrysanthos philippides 01Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους μας, εἶναι καὶ ὁ τελευταῖος Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος καὶ μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ὁ Χρύσανθος Φιλιππίδης. Μία μορφὴ ποῦ ἀγωνίστηκε γιὰ τὰ δίκαια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ αὐτοῦ του εὐλογημένου Ρωμαίικου λαοῦ μας. Ὁ Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος Χρύσανθος, κατὰ κόσμον Χαρίλαος, γεννήθηκε στὴν Κομοτηνὴ τῆς ὄμορφης καὶ εὐλογημένης Θράκης μας τὸ 1881. Τά πρῶτα γράμματα τὰ ἔμαθε στὴν Ξάνθη. Στὴν συνέχεια εἰσήχθη στὴν Περίφημη Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης ἀπὸ τὴν ὁποία ἀποφοίτησε τὸ 1904, ὑποβάλλοντας ἐναίσιμο Διατριβὴ μὲ τὸν τίτλο: «Τὰ ὑπὸ τὸ ὄνομα Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου φερόμενα συγγράμματα». Κατὰ τὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν τοῦ χειροτονήθηκε Διάκονος στὸν Ναὸ τῆς Σχολῆς λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Χρύσανθος. Τὸ 1907 ὁ Χρύσανθος μεταβαίνει στὴν Λειψία τῆς Γερμανίας καὶ τὴν Λωζάννη τῆς Ἐλβετίας γιὰ σπουδὲς μὲ τὴν ἄδεια καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Μητροπολίτου Τραπεζοῦντος Κωνσταντίνου τὸν ὁποῖο ὑπηρετεῖ.Τὸ 1911 τελειώνει τὶς σπουδές του καὶ ἐπιστρέφει στὴν Πόλη, ὅπου ὁ Μεγάλος Πατριάρχης Ἰωακεὶμ ὁ Γ’ ὁ Μεγαλοπρεπὴς τὸν κρατᾶ κοντά του καὶ τὸν διορίζει Ἀρχειοφύλακα τῶν Πατριαρχείων.
Στὶς 18 Μαΐου τοῦ 1913 ὁ Χρύσανθος ἐκλέγεται Μητροπολίτης Τραπεζοῦντος ἐπὶ τῆς Πατριαρχίας τοῦ Γερμανοῦ τοῦ Ε’ (1913 – 1918). Ἡ ἐνθρόνιση τοῦ Χρυσάνθου συμπίπτει μὲ σημαντικὰ γεγονότα.Στὶς 3 Ἀπριλίου 1916 δέχεται τὸν Ρωσικὸ Στρατὸ στὴν Τραπεζούντα. Οἱ Τοῦρκοι κάτοικοι τῆς περιοχῆς ζητοῦν ἀπὸ τὸν Χρύσανθο τὴν προστασία του, καὶ ἐκεῖνος ἀνταποκρίνεται μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ σὲ αὐτὸ τὸ αἴτημα. Ἕνα χρόνο μετὰ ὅμως τὰ πράγματα ἀλλάζουν. Ἡ Ὀκτωβριανὴ Ἐπανάσταση, ἀναγκάζει τὸν Ρωσικὸ στρατὸ νὰ ἐγκαταλείψει τὸν Πόντο. Τώρα οἱ Ρῶσοι εἶναι αὐτοὶ ποῦ ζητοῦν τὴν προστασία τοῦ Χρυσάνθου, φοβούμενοι τὶς ἀντιδράσεις τῶν Τούρκων.Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1918 ἐπισκέπτεται μαζὶ μὲ τὸν Τοποτηρητὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου τὸν Μητροπολίτη Προύσης Δωρόθεο, τὸ Λονδίνο, τὸ Παρίσι καὶ τὸν Σὰν Ρεμο συζητώντας μὲ τοὺς ἡγέτες τὰ θέματα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τῶν Ρωμηῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τὸ 1919 στὴν Συνδιάσκεψη τῆς Εἰρήνης στὸ Παρίσι παραβρίσκεται καὶ ὁ ἴδιος μαζὶ μὲ μία ἀντιπροσωπεία Ποντίων, προσπαθώντας νὰ προωθήσουν τὴν ἀνεξαρτησία τοῦ Ποντιακοῦ ζητήματος, καταθέτοντας μάλιστα καὶ ἕνα Ὑπόμνημα μὲ ἡμερομηνία 2 Μαΐου 1919. Ἡ καταστροφὴ τῆς Σμύρνης καὶ γενικά τοῦ Μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ, βρίσκει τὸν Χρύσανθο, τὸν Τελευταῖο Ἀργοναύτη καὶ Ἄγγελο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Τραπεζοῦντος πρόσφυγα στὴν Ἀθήνα. Ἐκεῖ τὸ Πατριαρχεῖο μας, τὸν διορίζει Ἀποκρισάριό του.
Τὸ 1926 στέλνεται ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὴν Ἀλβανία γιὰ νὰ διευθετήσει τὸ θέμα τῆς ἀναγνωρίσεως τῆς Ἀλβανικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Τὸ 1928 καὶ τὸ 1930 ἐπισκέπτεται τὸ Ἅγιον Ὅρος γιὰ τὴν συγκρότηση τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου. Τὸ 1929 ἐπισκέπτεται τὸ Βελιγράδι, τὴ Σόφια καὶ τὸ Βουκουρέστι γιὰ τὴν ἐνημέρωση τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτῶν σχετικὰ μὲ τὸ θέμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας. Τὸ 1931 ἐπισκέπτεται τὴν Συρία καὶ τὸ Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας καὶ μαζὶ μὲ τοὺς Πατριάρχες Ἀλεξανδρείας καὶ Ἱεροσολύμων διευθετοῦν τὸ θέμα ποῦ εἶχε προκύψει ἐκεῖ σχετικὰ μὲ τὴν ἀναγνώριση τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Ἀλεξάνδρου τοῦ Γ’, ἐνῶ τὴν ἴδια χρονιὰ ἐπισκέπτεται καὶ τὴν Κύπρο γιὰ τὴν ἐπίλυση τοῦ προβλήματος, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐξορία τῶν Μητροπολιτῶν Κιτίου Νικοδήμου καὶ Κυρηνείας Μακαρίου ἀπὸ τὶς Ἀγγλικὲς Ἀρχές.Τὸ 1937 ἀναγορεύεται ἐπίτιμος Διδάκτωρ τοῦ Ἐθνικοῦ καὶ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καὶ πιὸ συγκεκριμένα στὴν Θεολογικὴ Σχολή, γιὰ τὸ συγγραφικὸ καὶ κοινωνικὸ ἔργο του.
Στὶς 13 Δεκεμβρίου ὁ τελευταῖος “Ἄγγελος” τῆς Ἐκκλησίας τῆς Τραπεζοῦντος Χρύσανθος ἐκλέγεται Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν. Καὶ ὡς Ἀρχιεπίσκοπος ξεδιπλώνει τὰ πολλά του προσόντα. Ρυθμίζει σὲ συνεργασία μὲ τὴν Πολιτεία πολλὰ Ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα. Στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1940, ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς βρίσκεται μπροστὰ σὲ μία νέα πραγματικότητα. Ἡ Φασιστικὴ Ἰταλία μὲ ἀρχηγὸ τὸν Μπενίτο Μουσολίνι κηρύττει τὸν πόλεμο ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος Ἰωάννης Μεταξάς, ἀρνεῖται μὲ τὸ ἡρωικό του “ΟΧΙ” τὴν εἴσοδο τῶν Ἰταλικῶν Στρατευμάτων στὴν Ἑλλάδα. Σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀπουσιάσει ἡ Ἐκκλησία. Μὲ διάγγελμά του πρὸς τὸν λαό, ὁ Ἀθηνῶν Χρύσανθος ἀναφέρει τὰ ἑξῆς: «Ἡ Ἐκκλησία εὐλογεῖ τὰ ὄπλα τὰ ἱερὰ καὶ πέποιθεν ὅτι ὅλα τὰ τέκνα τῆς Πατρίδος, εὐπειθῆ εἰς τὸ κέλευσμα αὐτῆς καὶ τοῦ Θεοῦ, θὰ σπεύσωσιν ἐν μία ψυχὴ καὶ καρδία νὰ ἀγωνισθῶσιν ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν καὶ τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς τιμῆς καὶ θὰ συνεχίσωσιν οὕτως τὴν ἀπ’ αἰώνων πολλῶν ἀδιάκοπον σειρὰν τῶν τιμίων καὶ ἐνδόξων ἀγώνων καὶ θὰ προτιμήσωσι τὸν ὡραῖον θάνατον ἀπὸ τὴν ἄσχημην ζωὴν τῆς δουλείας…».
Στὶς 10 Νοεμβρίου τελεῖ Θεία Λειτουργία στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν ὑπὲρ ἐνισχύσεως τοῦ Φιλοχρίστου Στρατοῦ. Καθιερώνει καθημερινὰ συσσίτια, ἐνῶ παραχωρεῖ τὸ κτίριο τὸ ὁποῖο σήμερα στεγάζονται οἱ ὑπηρεσίες τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, γιὰ τὴν χρησιμοποίησή του ἀπὸ τὸν Στρατὸ ὡς Νοσοκομεῖο.
Ἡ Γερμανικὴ Κατοχὴ βρίσκει τὸν Χρύσανθο στὴν Ἀρχιεπισκοπή. Ἀπὸ τὸ γραφεῖο τοῦ παρακολουθεῖ τὴν ὑποστολὴ τῆς Ἑλληνικῆς Σημαίας ἀπὸ τὴν Ἀκρόπολη, καὶ τὴν ἔπαρση τῆς Γερμανικῆς Σβάστιγγος.
Δέχεται τρία μηνύματα. Τὸ ἕνα εἶναι νὰ συμμετάσχει μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους προύχοντες στὴν ἐπιτροπὴ παραδόσεως τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν. Ἡ ἀπάντησή του εἶναι μοναδική. «Οἱ Ἕλληνες Ἱεράρχες δὲν παραδίδουν τὰς πόλεις εἰς τὸν ἐχθρόν, ἀλλὰ καθῆκον τῶν εἶναι νὰ ἐργασθοῦν διὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν αὐτῶν».
Τὸ δεύτερο μήνυμα λέει ὅτι θὰ πρέπει νὰ μεταβεῖ στὸν Ναὸ γιὰ νὰ τελέσει Δοξολογία. Καὶ πάλι ἡ ἀπάντηση τοῦ Χρυσάνθου δείχνει τὴν λεβέντικη καὶ Ρωμαίϊκη ψυχή του: «Δοξολογία δὲν ἔχει θέσιν ἐπὶ τὴ ὑποδουλώσει τῆς Πατρίδος μας. Ἡ ὥρα τῆς Δοξολογίας θὰ εἶναι ἄλλη».
Τὸ τρίτο μήνυμα εἶναι ὅτι ὁ Ἀνώτατος Γερμανὸς Στρατιωτικὸς Διοικητὴς θέλει νὰ τὸν ἐπισκεφτεῖ. Ἡ ἀπάντηση μονολεκτική. «Νά ἔρθει». Ὁ Γερμανὸς Διοικητὴς βρίσκεται στὸ Γραφείου τοῦ Χρυσάνθου. Ἡ συζήτηση ἔγινε στὰ Γερμανικά. Ὁ διάλογος εἶναι συγκλονιστικός.
-Χρύσανθος: «Κύριε Στρατάρχα, πρωτίστως ὁ στρατὸς σας εἰσέβαλεν εἰς ἕνα τόπον τοῦ ὁποίου ὁ λαὸς ἠγωνίσθη διὰ τὴν ἐλευθερίαν του καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ πιστεύει εἰς τὰ ἰδανικά του. Καὶ ἔχω καθῆκον, ὡς Ἀρχηγὸς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νὰ σᾶς συστήσω νὰ σεβαστὴ ἡ Γερμανικὴ Διοίκησις τὸν ἠρωϊκὸν λαὸν τῆς χώρας αὐτῆς διὰ νὰ ἀποφευχθοῦν τὰ δυσάρεστα».
-Φὸν Στοῦμε: «Εἴμεθα βέβαιοι ὅτι, ἡ Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία θὰ συνεργαστῆ ἁρμονικὰ καὶ ἐγκάρδια μὲ τὰς στρατιωτικᾶς ἀρχὰς κατοχῆς, ἀκριβῶς γιὰ νὰ ἀποφευχθοῦν τὰ δυσάρεστα».
-Χρύσανθος: «Νὰ εἶστε βέβαιος ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ Ἐκκλησία θὰ κάνει τὸ καθῆκον της καὶ κατὰ τὴν κρίσιμον αὐτὴν περιοδον».
-Φὸν Στοῦμε: «Κατερχόμενοι εἴδομεν τὰς καταστροφάς ποὺ ἐπροξένησαν εἰς τὴν χώραν σας οἱ Ἄγγλοι. Ποιὸς θὰ πληρώσει διὰ τὰς ζημίας αὐτάς;»
-Χρύσανθος: «Θὰ πληρώσει ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θὰ χάσει τὸν πόλεμον», εἶπε μὲ νόημα.
Στὴν συνέχεια ὁ Χρύσανθος ἀρνεῖται νὰ ὁρκίσει τὴν κατοχικὴ Κυβέρνηση Τσολάκογλου λέγοντας: «Δὲν μπορῶ νὰ ὁρκίσω Κυβέρνησιν προβληθεῖσαν ὑπὸ τοῦ ἐχθροῦ. Ἡμεῖς γνωρίζωμεν ὅτι τὰς Κυβερνήσεις ὁρίζει ὁ λαὸς καὶ ὁ Βασιλεύς. Ἐδῶ τώρα, οὔτε ὁ λαὸς ἐψήφισεν τὴν Κυβέρνησιν οὔτε ὁ Βασιλεὺς τὴν ὅρισεν».
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός, ὁ Χρύσανθος ἐπαύθη ἀπὸ τὸν θρόνο του στὶς 2 Ἰουλίου τοῦ 1941. Ἀποτραβήχτηκε στὸ σπίτι του στὴν Κυψέλη στὴν ὁδὸ Σουμελὰ παρακολουθώντας τὰ γεγονότα, ἐνῶ συγχρόνως λειτουργεῖ καὶ παράνομο Ραδιοφωνικὸ Σταθμό, τὸν πρῶτο ἀντιστασιακὸ Σταθμὸ στὴν Κατοχὴ μὲ τὴν ὀνομασία «Ἀσύρματος τοῦ Δεσπότη» . Ὁ Χρύσανθος ὑποβάλλει καὶ ἐπίσημα τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὸν θρόνο του στὸν Βασιλέα τῶν Ἑλλήνων Γεώργιο τὸν Β’ μὲ τὸ τέλος τῆς Κατοχῆς. Ὁ ἀπὸ Τραπεζοῦντος Ἀθηνῶν Χρύσανθος, πέθανε σὲ ἡλικία 68 χρονῶν στὶς 28 Σεπτεμβρίου 1949. Στὴν κηδεία του ποῦ ἔγινε στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν τοῦ ἀπεδόθησαν οἱ τιμὲς Πρωθυπουργοῦ ἐν ἐνεργεία. Ἡ ταφὴ του ἔγινε στὸ Πρῶτο Νεκροταφεῖο Ἀθηνῶν. Τὸ 1991 τὰ ὀστᾶ τοῦ μεταφέρθηκαν στὴν Νέα Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ Σουμελᾶ στὸ Βέρμιο τῆς Ἠμαθίας. Ὁ Χρύσανθος ἀποδείχτηκε ἕνας ΜΕΓΑΛΟΣ ΗΓΕΤΗΣ.
Σήμερα ποῦ ἡ ἑλληνικὴ κοινωνία μας περνᾶ μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες κρίσεις, αὐτὸ ὀφείλεται πρωτίστως στὴν πνευματικὴ κρίση καὶ ἐν συνέχεια στὴν ἔλλειψη ἡγετῶν ποὺ νὰ ἐμπνέουν καὶ νὰ καθοδηγοῦν. Ἐμεῖς οἱ Ρωμηοὶ ἔχουμε μία μεγάλη καὶ μία μοναδικὴ κληρονομιά. Καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ Ἱστορία, ἡ Πίστη μας στὴν Ἐκκλησία καὶ οἱ Παραδόσεις μας. Ἂς ξαναδιαβάσουμε τὴν ἱστορία καὶ ἂς ἐπιστρέψουμε στὶς ρίζες μας, ἂς παραδειγματιστοῦμε ἀπὸ τὰ λάθη τοῦ παρελθόντος καὶ ἀπὸ τὶς πολιτικὲς κάποιων «ἠγετῶν» ποὺ μᾶς ὁδήγησαν στὴν καταστροφὴ καὶ τὴν συρρίκνωση. Ἡ μορφὴ τοῦ Χρυσάνθου καὶ ὅλων ἐκείνων ποῦ ἀγωνίστηκαν γιὰ τοῦ «Χριστοῦ τὴν πίστην τὴν ἁγίαν καὶ τῆς Πατρίδος τὴν ἐλευθερίαν» ἂς γίνουν φωτεινὰ παραδείγματα γιὰ ὅλους μας, Κλῆρο καὶ Λαό, Ἄρχοντες καὶ Ἀρχομένους.

Πηγή: Amen