Ὁ Ἱερέας πού ἔσωσε τόν «ΑΒΕΡΩΦ»

 

Ἀπρίλιος τοῦ 1941.

Οἱ Γερμανικὲς δυνάμεις ἔχουν εἰσβάλει στήν Πατρίδα μας. Σὲ λίγο θὰ ἐλέγχουν τὰ πάντα. Τὸ πολυθρύλητο θωρηκτὸ τοῦ Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ «Γ. ΑΒΕΡΩΦ», ποὺ εἶχε κατατροπώσει τὸν τουρκικὸ στόλο στόν Ἀ’ Βαλκανικὸ πόλεμο, βρίσκεται τώρα ἀραγμένο στά νερὰ τῆς Ἐλευσῖνας, περιτριγυρισμένο ἀπὸ συρματοπλέγματα, γιά νά ἀσφαλισθεῖ ἀπό τίς τορπίλες τῶν ἐχθρικῶν ὑποβρυχίων.

Ἡ διαταγὴ τοῦ Γ.Ε.Ν. (Γενικοῦ Ἐπιτελείου Ναυτικοῦ) ἀπόλυτα αὐστηρή: Ἀπαγορεύεται ὁ ἀπόπλους του. «Ὅμως, ἡ δόξα τῶν Ἑλληνικῶν θαλασσῶν κινδυνεύει ἀπὸ καταλήψη τῶν ἐχθρῶν ἢ αὐτοβύθιση…»

Τότε ἦταν πού ὁ φλογερὸς στρατιωτικὸς ἱερέας τοῦ «Ἀβέρωφ», ὁ Ἀρχιμανδρίτης Διονύσιος Παπανικολόπουλος – μετέπειτα Μητροπολίτης Ἐδέσσης καὶ Πέλλης – πῆρε τή δυναμική πρωτοβουλίᾳ καὶ ὕψωσε φωνὴ διαμαρτυρίας. Ἦταν Μεγάλη Πέμπτη καὶ λίγο πρὶν τελέσει τὴν Ἀκολουθία τῶν Παθῶν στό ἐκκλησάκι τοῦ πλοίου, κάλεσε ἐπειγόντως τὸ πλήρωμα τοῦ ὑπερηφάνου καραβιοῦ καὶ μὲ βουρκωμένα μάτια τοὺς εἶπε:

«Παιδιά μου, θέλουν νά μᾶς βουλιάξουν τὸ θρυλικὸ μας καράβι. Τὸ βαστάει αὐτὸ ἡ ψυχὴ σας; Τέτοιο ἄδοξο τέλος θὰ ἔχει τὸ πιὸ δοξασμένο καράβι μας, τὸ «Ἀβέρωφ»;

Θὰ μᾶς καταριόνται ἀπ’ τὸν οὐρανὸ οἱ ψυχὲς τῶν ἡρώων μας ναυτικῶν, τοῦ Μιαούλη, τοῦ Κανάρη, τοῦ Κουντουριώτη, τῆς Μπουμπουλίνας.

Ἰδέστε μὲ τὰ ψυχικὰ σας μάτια, παιδιά, τὸ Ναύαρχο μας Παῦλο Κουντουριώτη στόν οὐρανό. Κλαίει, καὶ μᾶς ἐξορκίζει νά μὴ δώσουμε τέτοιο τέλος στό καράβι, ἀλλὰ τέλος ἀνάλογο μὲ τή δόξᾳ του. Τὶ λέτε, παιδιά;».

Τότε ὅλοι οἱ ναῦτες καὶ οἱ ἀξιωματικοὶ εἶπαν: «Παπά, θὰ κάνουμε ὅτι μᾶς πεῖς».

Καὶ συνέχισε ὁ π. Διονύσιος:

«Πρέπει νά πάρουμε τὸ «Ἀβέρωφ» καὶ νά φύγουμε. Πρέπει νά σώσουμε τὴν τιμὴ του».

Τὸ πλήρωμα συμφώνησε ἀπόλυτα. Ὅμως συνέχισε ὃ ἱερέας:

«Μά, πρέπει νά εἴμαστε καὶ ἐξηγημένοι. Θὰ λάβετε ὑπ’ ὄψιν σας ὅτι πεντακόσια τὰ ἑκατὸ ἔχουμε νά βουλιάξουμε περνώντας τὸ ναρκοπέδιο. Ἂν ὁ Θεὸς μᾶς περάσει ἀπὸ κεῖ χωρὶς νά πάθουμε κακό, ἔχουμε τριακόσια τὰ ἑκατὸ νά βουλιάξουμε στό φράγμα τῆς Ψυτάλλειας.

Ἂν κι ἐκεῖνο μᾶς βοηθήσει ὃ Θεὸς νά περάσουμε, ἔχουμε διακόσια τὰ ἑκατὸ νά βουλιάξουμε στό δρόμο ἀπό τίς βόμβες τῶν ἀεροπλάνων. Ἂν καὶ αὐτὸ τὸν κίνδυνο περάσουμε, τότε θὰ σώσουμε τὴν τιμὴ τοῦ «Ἀβέρωφ» καὶ τοῦ Ναυτικοῦ μας.

Ἂν, Θεὸς φυλάξοι, βουλιάξουμε, τότε ἐμεῖς μὲν θὰ πᾶμε ὅλοι δοξασμένοι στόν οὐρανὸ νά βροῦμε αἰώνια ἀνάπαυση, ἡ τιμὴ δὲ τοῦ Ναυτικοῦ μας θὰ μείνει πάντα στήν ἑλληνικὴ ἱστορία ἕνας θρῦλος. Τὶ λέτε, ἔπειτα ἀπὸ αὐτά, παιδιά;».

Καὶ ὅλοι μὲ δάκρυα φώναξαν: «Θὰ φύγουμε, Παπᾶ, μὲ τὸ «Ἀβέρωφ» καὶ ὅτι πεῖ ὁ Θεὸς ἂς γίνει».

Ὁ ἱερέας ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ λέγοντας «Εὐλογητὸς ὁ Θεός» καὶ συνέχισε: «Σήμερα εἶδα σὲ ὅραμα τὸν Ἅγιο Νικόλαο καί μοῦ εἶπε: Μὴ φοβόσαστε. Θὰ φθάσετε ἐκεῖ πού θέλετε. Ὁ Θεὸς εἶναι μαζὶ σας».

Καὶ ἐνῶ οἱ ναῦτες ἐτοίμαζαν τὸ καράβι, ὁ π. Διονύσιος ἄρχισε τὴν ἀκολουθία τῶν Ἁγίων Παθῶν. Ἀργὰ τή νύχτα περιέφερε τὸν Ἐσταυρωμένο σὲ ὅλα τὰ διαμερίσματα τοῦ πλοίου, στά κανόνια, στήν ἀποθήκη τῶν πυρομαχικὼν καὶ τέλος Τὸν στερέωσε στόν Πύργο τῆς πρῴρας καὶ φώναξε: «Παιδιά μου, ἔχουμε κυβερνήτῃ τὸν Χριστό. Μὴ φοβάσθε. Θὰ νικήσουμε…».

Σὲ λίγο ἄνοιγαν δίοδο στά συρματοπλέγματα. Τὸ καράβι πέρασε τὸ ναρκοπέδιο χωρὶς νά ἀγγίξει τίς νάρκες.

Στήν Ψυτάλλεια ἔκοψαν τὸ φράγμα μὲ τὸ πρῶτο κτύπημα σὰν νἄ ‘ταν κλωστή. Μετὰ ἀνέπτυξαν ταχύτητα πρὸς τὴν Τσακωνιά. Καὶ τὰ ξημερώματα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς βρέθηκαν στά ἥσυχα νερὰ τῆς Κυνουρίας. Καὶ ἀσφαλίσθηκαν στίς ἀκτὲς τῆς κάτω ἀπό τίς σκιὲς τῶν πανύψηλων βουνῶν της. Κανένα βομβαρδιστικὸ τῶν Γερμανὼν δέν ἀντιλήφθηκε τὸ κρυμμένο αὐτὸ δοξασμένο καράβι!

Μὲ τὰ φῶτα σβησμένα μόλις νύκτωσε, τό «Ἀβέρωφ» κατευθύνθηκε μὲ τὴν πιὸ δυνατὴ ταχύτητα πρὸς τὴν Κρήτη. Καὶ ἐνῶ διέσχιζε ἀτρόμητα τὰ νερὰ τοῦ Αἰγαίου, ὃ π. Διονύσιος εἶχε βγάλει τὸν Ἐπιτάφιο καὶ ἔψελναν ὅλοι μαζὶ τὰ Ἐγκώμια μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα οὐρανίας μυσταγωγίας.

Πρωὶ πρωὶ ἔφθασαν στή Σούδα. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετὰ λίγες μέρες τὸ θωρηκτὸ μας μὲ τὸ πιστὸ του πλήρωμα καὶ ἐμψυχωτὴ τὸν ἱερέα τοῦ Διονύσιο Παπανικολόπουλο ἔφθανε στήν Ἀλεξάνδρεια!

Σήμερα τὸ δοξασμένο θωρηκτό «Ἀβέρωφ» ἀναπαύεται στίς ἀκτὲς τοῦ Παλαιοῦ Φαλήρου. Μέσα τοῦ κρύβει Ἱστορία ἔπους καὶ μεγαλείου. Ἂν βρεθεῖς μὲ τοὺς γονεῖς σου ἢ μὲ τοὺς φίλους σου ἐκεῖ, μὴν ξεχάσεις νά τὸ ἐπισκεφθεῖς. Θὰ νιώσεις μέσα σου ἐθνικὴ ὑπερηφάνεια γιατὶ γεννήθηκες σὲ μιά πατρίδα ζυμωμένη μὲ αἷμα ἡρῴων καὶ μαρτύρων.

Νίκου Α. Σταθάκη, Θ/Κ «Γ. ΑΒΕΡΩΦ», Χρονικὸ τοῦ θωρηκτοῦ τῆς νίκης, ἔκδοση Πολεμικοῦ Ναυτικοῦ